Δεκεμβριανά 2008, του Antisystemic
Τι ήταν λοιπόν ο Δεκέμβρης του 2008; Ήταν ένα ξέσπασμα νεανικής οργής μπροστά σε ένα αποτρόπαιο έγκλημα; Μια μειοψηφική εξέγερση που είχε τις ρίζες της στις δομικές αντιφάσεις και τα υπαρκτά προβλήματα της ελλαδικής καπιταλιστικής κοινωνίας; Μια κατάσταση γενικευμένης ανομίας που λίγο έλειψε να αποσταθεροποιήσει τους θεσμούς; Ήταν μήπως τα προεόρτια των τεράστιων διαδηλώσεων του 2010 και των αγανακτισμένων; Ήταν μια περίοδος ταραχών που όμως δεν άφησε πίσω της τίποτα το χειροπιαστό, παρά μόνο την εμφανή διάθεση των ελίτ που μας κυβερνούν να σκληρύνουν τη στάση τους; Ήταν τέλος μια ακολουθία από συμβάντα χωρίς νόημα;
Είναι προφανές ότι ο Δεκέμβρης ήταν λίγο απ’ όλα τα παραπάνω. Ανάλογα με τα συμφέροντα και την κοινωνική θέση που είχε ο καθένας, τις πρότερες πολιτικές και πολιτισμικές του πεποιθήσεις, ο Δεκέμβρης νοηματοδοτήθηκε και βιώθηκε με διαφορετικό τρόπο απ’ τον καθένα από εμάς. Σε ότι αφορά τη συλλογική μνήμη, την αναπαράσταση του Δεκέμβρη ως συλλογικό βίωμα με ενιαίο νόημα για όλους, τον πρώτο λόγο, ως συνήθως, έχει το Κράτος με τους μηχανισμούς του. Για εκείνες τις μέρες έχουν φλυαρήσει κατά καιρούς πολιτικοί, διανοούμενοι, συγγραφείς, opinion-makers, εμπειρογνώμονες και αναλυτές. Εκείνοι που έλαβαν μέρος στα γεγονότα, μίλησαν με τον πακτωλό πολιτικού λόγου που παρήγαγε ο Δεκέμβρης στις καταλήψεις, στα φυλλάδια που μοιράστηκαν, τα συνθήματα στους τοίχους και με τα άρθρα που γράφτηκαν στο διαδίκτυο. Παρακάτω, ανέσυρα από τα αζήτητα του διαδικτύου και αναδημοσιεύω εδώ ένα κείμενο που είχα γράψει εκείνες τις ταραγμένες μέρες (10-12-2008), προσπαθώντας κι εγώ να αποκρυπτογραφήσω και να ξεδιαλύνω τις σκέψεις μου ως προς την αναπάντεχη πορεία που είχαν πάρει τα γεγονότα. Το κάνω αυτό σαν προσπάθεια αναβίωσης του κλίματος που επικρατούσε εκείνες τις μέρες. Και σαν συνεισφορά στην προσπάθεια οικοδόμησης μιας συνεκτικής συλλογικής μνήμης από-τα-κάτω που θα υπερασπίζεται την κληρονομιά του Δεκέμβρη, αναγνωρίζοντας και διασώζοντας παράλληλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να αποτελέσουν παρακαταθήκη για το μέλλον του αντισυστημικού κινήματος. Ας μου συγχωρέσει ο αναγνώστης κάποια υπερβολική αισιοδοξία που χαρακτηρίζει το κείμενο. Εκείνες τις μέρες όλα φαινόταν πως είναι δυνατά.
Δεκεμβριανά 2008
Η Ελλάδα φλέγεται για πέμπτη συνεχόμενη ημέρα. Φοβισμένα από το μέγεθος και την αγριότητα της λαϊκής αντίδρασης, τα καθεστωτικά ΜΜΕ προσπαθούν να ξορκίσουν το «κακό» διατυμπανίζοντας διαρκώς τον μύθο ότι η γενικευμένη αναταραχή είναι έργο μιας μειοψηφίας κουκουλοφόρων, σκληροπυρηνικών αναρχικών και κακοποιών στοιχείων. Ο μαγικός αριθμός που επαναλαμβάνεται, με ύφος σχεδόν τελετουργικό, είναι «300». Τόσοι υποτίθεται πως είναι ο σκληρός πυρήνας των αντιεξουσιαστών με ροπή προς την βία. Γίνεται όμως ένας γενικός ξεσηκωμός να ερμηνεύεται ως έργο τριακοσίων ανθρώπων; Θα έπρεπε να είναι τριακόσια άτομα που εδώ και τέσσερις μέρες πολεμούν γενναία και ακούραστα έναν αριθμητικά ανώτερο εχθρό.
Όμως, αντίθετα από τους αρχαίους Σπαρτιάτες, αυτοί οι «300» δεν υπερασπίζονται κάποιες Θερμοπύλες, αλλά εμφανίζονται πότε στα Προπύλαια, πότε στο Σύνταγμα, πότε στο Εξάρχεια και πότε στη Νέα Σμύρνη, πότε στην Αθήνα και πότε σε Λάρισα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα. Οι ίδιοι «300» ως δια μαγείας φαίνονται να βρίσκονται την ίδια στιγμή παντού. Ναι, οι αναρχικοί είναι παντού αλλά όχι με την έννοια που το εννοούν τα καθεστωτικά ΜΜΕ. Για πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση, η απηυδισμένη κοινωνία εμφανίζεται δεκτική στις αντιεξουσιαστικές αντιλήψεις, εξεγείρεται και διαμαρτύρεται. Για πρώτη φορά, αναρχικές ιδέες και διαθέσεις διαποτίζουν την κοινωνία και το Κράτος παρακολουθεί τρομοκρατημένο. Κάποιος τηλε-κάφρος, πληρωμένος προπαγανδιστής του συστήματος, σχολίασε πως η αστυνομία «δεν επεμβαίνει» επειδή υποφέρει από «τύψεις συνειδήσεως» για τον θάνατο του μικρού Αλέξη Γρηγορόπουλου. Πώς γίνεται ένας κρατικός οργανισμός να υποφέρει από τύψεις; Όχι, οι αποκτηνωμένοι μπάτσοι δεν υποφέρουν από τύψεις, όπως δείχνει η καθημερινή συμπεριφορά τους απέναντι σε άοπλους διαδηλωτές, παιδιά, γονείς και απλούς ανθρώπους.
Η αλήθεια είναι πως οι πολιτικοί προϊστάμενοι των μπάτσων, αυτό που λέμε «κυβέρνηση», τρέμουν ότι ένας ακόμη θάνατος θα προκαλέσει διάχυση των ριζοσπαστικών τάσεων σε όλη την κοινωνία και θα πυροδοτήσει μια επαναστατική έκρηξη που θα σαρώσει και θα κατακάψει ολόκληρο το σάπιο σύστημα τους που επιβιώνει χάρη στην ανοχή του κόσμου.
Μία, μία οι ομάδες του πληθυσμού αποσπώνται από την υποταγμένη, φοβισμένη μάζα που αποκαλούμε «σιωπηλή πλειοψηφία» και στρέφονται αυθόρμητα ενάντια στο Κράτος, επειδή πλέον δεν έχουν άλλη επιλογή. Η κτηνωδία του Κράτους τους αναγκάζει να πάρουν θέση και να προσχωρήσουν στην εξέγερση. Η αρχή έγινε με τους εξαγριωμένους κατοίκους των Εξαρχείων που την Κυριακή (7/12) το βράδυ συμμάχησαν με τους μαχόμενους αναρχικούς και επιτέθηκαν στους μπάτσους με ότι έβρισκαν μπροστά τους επειδή δεν άντεχαν άλλο την αποπνικτική ατμόσφαιρα που είχε δημιουργήσει στη γειτονιά τους η χρήση χημικών όπλων από τους ΜΑΤάδες.
Ύστερα ξεσηκώθηκαν οι φοιτητές και οι μαθητές διαμαρτυρόμενοι που ένας συνομήλικος τους έπεσε νεκρός στα 15 του από τη σφαίρα ενός πωρωμένου μπάτσου που είχε μάθει ότι στα Εξάρχεια πρώτα πυροβολείς και μετά ρωτάς. Οι μαθητές, όπως τόσες άλλες ομάδες, επαγγελματικές και μη, της ελληνικής κοινωνίας, δοκίμασαν και αυτοί τις τελευταίες ημέρες το κάψιμο που φέρνει στα μάτια το φονικό αέριο που απελευθερώνεται από τα δακρυγόνα, τους μώλωπες από τα χτυπήματα των αστυνομικών κλομπ. Αντιμετωπίστηκαν σαν εσωτερικός εχθρός και ξυλοκοπήθηκαν. Στον Πειραιά πολλοί ανήλικοι μαθητές συνελήφθησαν. Έτσι, το βράδυ της Δευτέρας (8/12) μια μάζα από απελπισμένους γονείς περικύκλωσε και πολιόρκησε την Αστυνομική Διεύθυνση Πειραιά απαιτώντας να ελευθερωθούν τα παιδιά τους που κινδυνεύουν να πολτοποιηθούν στην κρατική κρεατομηχανή. Οι χιλιάδες άνθρωποι που βγαίνουν καθημερινά και διαδηλώνουν δεν είναι περιθώριο. Είναι κοινωνικό και πολιτικό κίνημα.
Στο χθεσινό του διάγγελμα ο «πρωθυπουργός» ζήτησε από την κοινωνία να αποδοκιμάσει τα ακραία στοιχεία που διαπράττουν βίαιες ενέργειες και «καταστρέφουν περιουσίες». Προφανώς φοβάται ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού όχι μόνο δεν αποδοκιμάζει αλλά συμμερίζεται τους στόχους και τις πρακτικές των εξεγερμένων. Προσπαθώντας να προσεταιριστούν την κοινή γνώμη, τα κανάλια έχουν αναγάγει τον «Καταστηματάρχη» και τον «Μικροεπιχειρηματία» σε εμβληματικές φιγούρες της αντεπανάστασης. Θα πρέπει να αναρωτηθούν ποιος μικροεπιχειρηματίας έχει τη δυνατότητα να εκμισθώνει ακίνητο στον ακριβότερο εμπορικό δρόμο της Αθήνας (Ερμού) και να διατηρεί πολυτελή καταστήματα που κατά κανόνα υπερτιμούν και μας υπερχρεώνουν για τα προϊόντα τους.
Πριν από μερικές ημέρες, το Υπουργείο Οικονομικών εγκαινίασε τηλεοπτική διαφημιστική εκστρατεία (χρηματοδοτούμενη από τα χρήματα των φορολογουμένων) που προέτρεπε τους πολίτες να έχουν «φορολογική συνείδηση». Εν μέσω οικονομικών σκανδάλων, κατεστημένης διαφθοράς, συγχώνευσης των θεσμών με το εθνικό και πολυεθνικό κεφάλαιο, απαξίωσης και σκόπιμης υπονόμευσης των δημόσιων υπηρεσιών προς όφελος του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα, συρρίκνωσης των ατομικών δικαιωμάτων σε όλα τα επίπεδα και γενικευμένης φτώχειας κι εξαθλίωσης, το Κράτος είχε το θράσος να ζητήσει από τους πολίτες να επιδείξουν «αίσθηση του καθήκοντος» όταν συντάξουν τη φορολογική δήλωση τους.
Οι απλοί άνθρωποι αντέδρασαν με θυμηδία και αρκετοί οργίσθηκαν, διότι το Κράτος αυτό έχει πάψει να τους αντιπροσωπεύει. Ξέρουν ότι οι εισφορές τους ποτέ δεν θα επιστραφούν υπό την μορφή της παροχής υπηρεσιών κοινής ωφελείας. Γνωρίζουν καλά πως χρόνια τώρα, το Κράτος εισπράττει τακτικά τους φόρους των πολιτών αυξάνοντας διαρκώς την έμμεση φορολογία, αλλά ισχυρίζεται πως τα ταμεία του είναι άδεια. Προφασιζόμενο έλλειψη κονδυλίων, επέτρεψε την κατάρρευση των συνταξιοδοτικών ταμείων καθώς και αυτών της κοινωνικής πρόνοιας, αλλά μέσα σε μια νύχτα ενέκρινε πακέτο βοηθείας 28 δισεκατομμυρίων ευρώ για τους «δοκιμαζόμενους» αετονύχηδες των τραπεζών.
Η θυμηδία των πολιτών απέναντι στην Κρατική κοροϊδία, είναι η άλλη όψη της καταστροφικής μανίας ενάντια στα σύμβολα της Κρατικής εξουσίας που ξέσπασε τις τελευταίες ημέρες. Οι δημοκράτες της τηλεόρασης ισχυρίζονται πως το Κράτος έχει χρέος να διαφυλάξει την κοινωνική ειρήνη. Όμως, ακόμη και με τα κριτήρια των ψευτοδημοκρατών που αποδέχονται την ύπαρξη του Κράτους, ο ισχυρισμός τους δεν ευσταθεί. Μας λεν πως αποστολή του Κράτους είναι να υπηρετεί τους πολίτες και να φροντίζει για την συνολική ευημερία της κοινωνίας. Όμως, όταν το «δημοκρατικό» Κράτος δεν εκπληρώνει το ένα σκέλος των καθηκόντων του (αυτό της ευημερίας), όταν κλέβει, σπαταλά, καταχράται, όταν καταστρέφει την υγεία, την εκπαίδευση, το περιβάλλον, τότε η περιφρούρηση της κοινωνικής ειρήνης συνιστά ευφημισμό για ένα και μόνο πράγμα: την Τυραννία. Καμία διαφορά δεν υπάρχει σε αυτή την περίπτωση ανάμεσα στη δημοκρατία και τη δικτατορία.
Τόσο τεράστιο είναι το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στο Κράτος και τους πολίτες του, τόση είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στη ληστρική ολιγαρχία και τα όργανα της, που η οικογένεια του Αλέξη αισθάνθηκε υποχρεωμένη να προσλάβει τεχνικό σύμβουλο για να παραστεί στην ιατροδικαστική εξέταση και στη βαλλιστική έρευνα που θα καθορίσουν τις αιτίες του θανάτου του παιδιού. Φαίνεται πως η οικογένεια Γρηγορόπουλου δεν πίστεψε τις δημόσιες διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού και των παρατρεχάμενων του περί απόδοσης δικαιοσύνης και φοβάται συγκάλυψη του περιστατικού από τους δολοφόνους του Κράτους. Τελικά, πόσα περιστατικά «μεμονωμένης αστυνομικής βίας» θα πρέπει να συμβούν για να καταλάβουμε πως αφού επαναλαμβάνονται, δεν μπορεί να συνιστούν εξαίρεση; Η κτηνώδης αστυνομική βία και ο ωμός καταναγκασμός είναι η μέθοδος την οποία η ελίτ έχει επιλέξει για να επιβάλλει τη θέληση της στην κοινωνία. Το αστυνομικό Κράτος είναι μονόδρομος στον βαθμό που οι πολίτες ολοένα και πιο πολύ, δυσπιστούν και εξεγείρονται ενάντια στους αποτυχημένους, διάτρητους θεσμούς του «υπαρκτού καπιταλισμού».
Ο Αλέξης είναι νεκρός επειδή το Κράτος φοβάται τους πολίτες του. Κι έχει κάθε λόγο να τους φοβάται.