Σε αναδίπλωση αναγκάστηκε να προχωρήσει η δεξιά κυβέρνηση του Μακρόν για το ζήτημα του Αρθρου 24 και όχι μόνο, στο νομοσχέδιο «καθολικής ασφάλειας». Το άρθρο αυτό επιχειρούσε ουσιαστικά να εμποδίσει κάθε καταγραφή της αστυνομικής καταστολής με το πρόσχημα της «προστασίας των αστυνομικών οργάνων». Το γαλλικό καθεστώς προετοίμασε για τον εαυτό του ένα «λαμπρό» μέλλον ολοκληρωτικής αυθαιρεσίας. Παράλληλα αυτό το νομοσχέδιο συνιστά και μια ιστορική αλλαγή στα αφηγήματα της αστικής δημοκρατίας περί ελέγχου της εξουσίας από τον τύπο.
Η Γαλλική εθνοσυνέλευση κατά πλειοψηφία αποφάσισε την «πλήρη επαναδιατύπωση» του νομοσχεδίου σε μία προσπάθεια να διαχειριστεί το αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε όταν μεγάλα κομμάτια της Γαλλικής κοινωνίας αποφάσισαν, παρά τον κίνδυνο της πανδημίας, να βγουν στον δρόμο κατά εκατοντάδες χιλιάδες σε μια σειρά κινητοποιήσεων που κορυφώθηκαν το προηγούμενο Σάββατο. Πάνω από 200.000 άνθρωποι στο Παρίσι διέσχισαν όλο το κέντρο της πρωτεύουσας ενώ οι σκληρές συγκρούσεις, με την γνωστή για την βαρβαρότητά της γαλλική αστυνομία, έδωσαν έναν τόνο εξέγερσης που ξεπέρασε σε μαχητικότητα ακόμα και την εποχή κλιμάκωσης του αγώνα των «κίτρινων γιλέκων». Άλλωστε, στην πρώτη γραμμή των κινητοποιήσεων βρέθηκαν κομμάτια από το κίνημα αυτό, που δεν σταμάτησε, έως την καραντίνα, να βγαίνει στους δρόμους κάθε Σάββατο.
Άλλες εξίσου δυναμικές διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ημέρας σε πόλεις όπως το Μπορντό, το Στρασβούργο, η Λιλ, η Λυών, η Μασσαλία, το Μονπελιέ, η Νάντη και η Ρεν.
Ασφαλώς και το πλήθος που κατέκλυσε τις Γαλλικές πόλεις ήταν ετερογενές. Από αναρχικούς μέχρι συνεπείς δημοκράτες, από τον κόσμο της δημοσιογραφίας έως τους εξαθλιωμένους των προαστίων, είναι προφανές ότι η κοινωνική βάση αντιλήφθηκε τον κίνδυνο που συνιστούσε το νέο νομοσχέδιο, όπως και αντιλήφθηκε την σκοπιμότητα της συγκυρίας στην οποία επιχειρήθηκε να περάσει. Το Γαλλικό, όπως άλλωστε το ελληνικό και κάθε άλλο κράτος, έχει βρει στην πανδημία την ευκαιρία να «τριπλάρει» το υποτιθέμενο «κοινωνικό συμβόλαιο» και να περάσει νομοσχέδια που θα ξεσήκωναν μαζικές αντιδράσεις αν επιχειρούνταν να περάσουν σε «φυσιολογικούς» καιρούς. Στην Γαλλία αυτή η πρακτική απέτυχε και η πυρπολημένη πρόσοψη της Κεντρικής Τράπεζας της Γαλλίας είναι ο αδιάψευστος μάρτυρας.
Η αναδίπλωση της κυβέρνησης Μακρόν είναι σίγουρα μια ελπιδοφόρα νίκη της κοινωνική βάσης με διεθνή αντίκτυπο αλλά απέχουμε πολύ ώσπου να θεωρηθεί τελεσίδικη. Το νομοσχέδιο έχει αποσυρθεί για «επαναδιατύπωση», δεν έχει ακυρωθεί. Πέρα από τις εκλογικές ανησυχίες του Μακρόν που θέλει να θωρακίσει το εκλογικό του κοινό από τις ακροδεξιές σειρήνες της Λεπέν η ποιοτική και νομική αναβάθμιση των δυνατοτήτων της καταστολής είναι μια παγκόσμια τάση των κυρίαρχων ελίτ. Δεν πρόκειται να εγκαταλειφθεί τόσο εύκολα ειδικά σε μια χώρα με το δημοκρατικό συμβολικό κύρος της Γαλλίας. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε, ότι για προφανείς συμφεροντολογικούς λόγους ακόμα και μεγάλα συγκροτήματα του Γαλλικού τύπου αντέδρασαν. Ο Μακρόν και η κυβέρνησή του προσπαθούν να χρυσώσουν το χάπι ενώ σίγουρα θα επιχειρήσουν να εκμεταλλευτούν και το μεσοδιάστημα μέχρι την «επαναδιατύπωση» τόσο για να διαπραγματευτούν με άλλους συστημικους παίκτες όσο και για να προωθήσουν την επικοινωνιακή συσκευασία της «επαναδιατύπωσης». Και βέβαια για να χτυπήσουν κατασταλτικά όσους αντέδρασαν ώστε να τους απενεργοποιήσουν στον επόμενο γύρο κινητοποιήσεων.
Μια νίκη κερδήθηκε αλλά τίποτα δεν έχει τελειώσει. Είναι ένας αγώνας με παγκόσμια σημασία. Αν η Γαλλική κοινωνική βάση ηττηθεί ας είμαστε έτοιμοι σύντομα να δούμε την μάχη να μεταφέρεται στις υπόλοιπες χώρες. Και φυσικά και στην Ελλάδα.