Στην Ελλάδα είμαστε πλέον υποχρεωμένοι να ζούμε κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία μας. Αν είσαι προλετάριος, η ζωή έχει πάψει προ πολλού να μοιάζει με συναρπαστικό ταξίδι και θυμίζει πιο πολύ μια καθημερινή δοκιμασία, μια μάχη για την επιβίωση. Έχοντας σταδιακά αποσυρθεί από τους τομείς της κοινωνικής αναπαραγωγής που είχε υπό τον έλεγχο του, το λεγόμενο “επιτελικό” κράτος προκαλεί διαρκώς καινούριες κρίσεις, οριακές καταστάσεις στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον που φέρνουν τα ετεροκαθοριζόμενα στρώματα στα βιολογικά, υλικά και ψυχικά όρια τους. Η κατάσταση εξαίρεσης που καθορίζει την πολιτική μορφή του Κράτους δεν είναι παρά το αναγκαίο συμπλήρωμα αυτής της ηθικής λιποταξίας. Της συστηματικής εφαρμογής από τη συστημική πολική ελίτ πολιτικών που θεσμοποιούν την ανθρωποφαγία και τον κοινωνικό κανιβαλισμό σε όλα τα επίπεδα. Το βλέπουμε στον τρόπο με τον οποίο το νεοφιλελεύθερο κράτος έχει μέχρι σήμερα διαχειριστεί την πανδημία. Η κρατική “πολιτική” που ακολουθήθηκε για να αντιμετωπιστεί η πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση αποτελείται από ένα μείγμα ταξικής αλαζονείας, μετα-δημοκρατικού κυνισμού και μιας απόλυτης έλλειψης αίσθησης του καθήκοντος απέναντι στην κοινωνία. Ολόκληρα πεδία της κοινωνικής αναπαραγωγής μπαίνουν στον γύψο με κυβερνητική διαταγή, ομάδες του πληθυσμού καταστρέφονται οικονομικά κι εξωθούνται στην απόγνωση, με μοναδικό κριτήριο τη διακύμανση της πληρότητας στις διαθέσιμες ΜΕΘ, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή σκέψη ή πρόβλεψη για την ενίσχυση των υποδομών της δημόσιας υγείας που θα επέτρεπε μια διαφορετική αντιμετώπιση. Έναν πολυδιάστατο επιτελικό σχεδιασμό με έμφαση στις ανάγκες που υπάρχουν για θεραπεία και όχι μόνο για πρόληψη, στη λογική της οποίας εγγράφεται τάχα το καθεστώς του γενικού υποχρεωτικού εγκλεισμού.
Το είδαμε και στην πρωτοφανή απόφαση της κυβέρνησης να κλείσει η Ε.Ο. εξαιτίας της πρόσφατης έντονης χιονόπτωσης, απαλλάσσοντας τις ιδιωτικές εταιρείες που είναι υπεύθυνες για τη συντήρηση και την ομαλή λειτουργία του εθνικού οδικού δικτύου από την υποχρέωση να καταναλώσουν χρόνο και χρήμα για να εκπληρώσουν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις. Παλιότερα, το λαϊκό θυμικό συνήθιζε να ειρωνεύεται και να διασκεδάζει με την παροιμιώδη ανημποριά του διοικητικού μηχανισμού του ελλαδικού κρατίδιου ως προς την αποτελεσματική διαχείριση και την ενδεδειγμένη αντιμετώπιση παρόμοιων δύσκολων καταστάσεων. Το Κράτος δοκίμαζε να κινητοποιήσει τους συλλογικούς πόρους που είχε σφετεριστεί από την κοινωνία, μόνο και μόνο για να εξοργίσει τους πάντες με την απόλυτη ανικανότητα του.
Παρ’ όλα αυτά, στην περίοδο της νεο-χουντικής διακυβέρνησης που διανύουμε το Κράτος δεν κάνει καν τον κόπο να προσποιηθεί ότι ενδιαφέρεται. Δεν αναγνωρίζει την υποχρέωση που έχει να συνδράμει την κοινωνία σε μια στιγμή όπου οι αντοχές της δοκιμάζονται. Η κυβέρνηση διατάζει το κλείσιμο της Ε.Ο. και με αυτόν τον τρόπο μετατρέπει την ανάγκη σε φιλοτιμία. Με τη συνδρομή των καλοπληρωμένων καναλαρχών της ταξικής ολιγαρχίας, παρουσιάζει την ανημποριά της και την έλλειψη προετοιμασίας σαν ένα καλά οργανωμένο “σχέδιο”, σαν μια “στρατηγική επιλογή” για την αντιμετώπιση των ακραίων καιρικών συνθηκών. Έτσι, η Ε.Ο. έκλεισε από “επιλογή” και όχι επειδή το Κράτος δεν μπορεί να εκπληρώσει την υποχρέωση που το βαραίνει εξ ορισμού να μεριμνήσει για τους δημόσιους πόρους και να την κρατήσει ανοικτή και προσβάσιμη. Κι ας παρατηρήθηκαν χθες (15/02) οι πρώτες ελλείψεις και τα πρώτα άδεια ράφια στα Αθηναϊκά σούπερ μάρκετ.
Και η φαρσοκωμωδία δεν τελειώνει εδώ. Η “δημόσια” υπηρεσία της ΔΕΗ ανακοίνωσε προγραμματισμένες διακοπές ρεύματος στην περιοχή της Αττικής για να μην υπερφορτωθεί το σύστημα ηλεκτροδότησης. Ούτε λόγος βέβαια από την μονολιθική προπαγάνδα των καθεστωτικών ΜΜΕ για την εγκληματική έλλειψη υποδομών και την ανεπαρκή συντήρηση των υπαρχόντων που μέσα σε συνθήκες δριμέως ψύχους μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα τη διακινδύνευση της ζωής των πιο αδύναμων συνανθρώπων μας. Κι εδώ οι συχνές και πολύωρες διακοπές της ηλεκτροδότησης εν μέσω πολικών θερμοκρασιών δεν λογίζεται σαν παταγώδης κυβερνητική αποτυχία που μαρτυρά την τριτοκοσμική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι υποδομές του δημοσίου, αλλά σαν την εφαρμογή ενός καλά μελετημένου σχεδίου που έχει καταστρώσει η κυβέρνηση των “αρίστων”. Άραγε το ρεύμα κόπηκε εκ περιτροπής και στην Κηφισιά, την Εκάλη και το Ψυχικό, ή μονάχα στις περιοχές όπου ζουν συνωστισμένοι οι πλεμπαίοι;
Το έλλειμμα σε πόρους ενός χρεοκοπημένου κράτους είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα πολλαπλασιάσει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες εξωγενείς καταστάσεις και περιστατικά που θα μπορούσαν να είναι απολύτως διαχειρίσιμα τείνουν να λαμβάνουν διαστάσεις φυσικής καταστροφής, βυθίζοντας την κοινωνία όλο και πιο συχνά σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης εξαιτίας της δομικής ανεπάρκειας των μέσων που έχει στη διάθεση της για να αντιδράσει και να αντισταθεί. Η ανεπάρκεια των μέσων κατέχει άλλωστε κεντρική θέση στον τρόπο που η αστική συνταγματική νομολογία επιχειρεί να ορίσει την περίσταση όπου δύναται να κηρυχθεί η κοινωνία σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Από αυτή την άποψη, η επιβολή μιας κατάστασης εξαίρεσης που δικαιολογεί την επιβολή μέτρων έκτακτης ανάγκης δεν είναι απροσδόκητη εξέλιξη που απορρέει από ένα τυχαίο συμβάν ή μια φυσική καταστροφή που δεν μπορούσε να προβλεφθεί, αλλά μια εξόχως πολιτική επιλογή από μέρους του νεοφιλελεύθερου μπλοκ εξουσίας.
Η ευκολία με την οποία πάρθηκε η απόφαση για το κλείσιμο της Ε.Ο. δείχνει ότι η επιβολή οριζόντιων καθολικών απαγορεύσεων σε βάρος της δοκιμαζόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας τείνει να γίνει μια αγαπημένη συνήθεια για την ακροδεξιά δράκα των επαγγελματιών πολιτικών που μας κυβερνάνε. Η εύκολη λύση που πιστοποιεί την αυταρχική μετάλλαξη του Κράτους από έναν οργανισμό που είχε αναλάβει ενεργό ρόλο στη διεκπεραίωση των πιο ζωτικών λειτουργιών της κοινωνίας κατά την περίοδο της σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης, σε μονοδιάστατο όργανο κοινωνικής καταστολής και περιφρούρησης των παγιωμένων ταξικών διακρίσεων, στην περίοδο της νεοφιλελεύθερης νεωτερικότητας. Στη θεωρία, το “επιτελικό” κράτος του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού τάχα θα σηματοδοτούσε την μετάβαση σε ένα πιο “ευέλικτο” υπόδειγμα κρατικής διαχείρισης , με τη βαριά σκιά του μπαμπούλα της γραφειοκρατίας να υποχωρεί σταδιακά από τα διάφορα πεδία του οργανωμένου κοινωνικού βίου. Στην πραγματικότητα, διαπιστώνουμε τώρα ότι πρόκειται για την πολιτική έκφραση της πιο απόλυτης δυστοπίας, εφόσον το Κράτος δεν αποσύρεται ήσυχα και απλά για να μας αφήσει να οργανώσουμε τις ζωές μας με όποιον τρόπο εμείς θεωρούμε καλύτερο. Σαν άλλος τσάρος Αλέξανδρος που υποχωρεί μπροστά στον Βοναπάρτη, απ΄ όπου αποχωρεί το Κράτος αφήνει πίσω του καμμένη γη και στην πράξη αντεπιτίθεται και παρεμβαίνει για να υποστηρίξει όποτε χρειάζεται την ιεραρχική αναδιάταξη της κοινωνικής ζωής υπέρ των δυνατών και σε βάρος των αδύνατων. Να επιβάλλει με σιδερένια πυγμή την κυριαρχία και την περαιτέρω συγκέντρωση της ατομικής ιδιοκτησίας αντί των συλλογικών λύσεων που προσπαθεί να εφεύρει και για τις οποίες παλεύει το ανταγωνιστικό ταξικό κίνημα.
(Εικόνα: Ο Μισάνθρωπος, Peter Bruegel, 1568)