Το παρόν κείμενο συντάχθηκε από τη Συλλογικότητα Αναρχικών από τα Ανατολικά (Θεσσαλονίκη) το 2016 με αφορμή τη συμπλήρωση 80 χρόνων από την εργατική εξέγερση του Μάη του ’36 στη Θεσσαλονίκη.
Η ιστορία των αγώνων της εργατικής τάξης είναι κομμάτι της ιστορίας όλων αυτών που παλεύουν για να ζήσουν τις ζωές τους χωρίς εκμετάλλευση, για να ζήσουν τις ζωές τους ελεύθερα. Οι αγώνες που δόθηκαν για την κατάκτηση του οκτάωρου,της Κυριακάτικης αργίας, των αξιοπρεπών μισθών αποτέλεσαν ανάχωμα στην διαρκή προσπάθεια των αφεντικών για περαιτέρω υποβάθμιση των ζωών των καταπιεσμένων.
Δεν μας κάνει εντύπωση το ότι 80 χρόνια μετά τον Μάη του 1936, συνθήματα της εποχής ηχούν στα αυτιά μας τόσο γνώριμα. Είναι που ακόμη και μέσα σε διαφορετικές συνθήκες ζωής των εκμεταλλευόμενων, μέσα σε διαφορετικές συνθήκες ανάπτυξης του καπιταλισμού, οι άνθρωποι που βρίσκονται στον πάτο της κοινωνικής πυραμίδας, βιώνουν παρόμοιες αντιφάσεις, κάνουν πανομοιότυπα λάθη, γίνονται αντικείμενα της, ουσιαστικά, κοινής διαδικασίας εκμετάλλευσης που ονομάζεται μισθωτή εργασία, έχουν ανάγκες που δεν διαφέρουν από κάθε ανθρώπινο ον σε κάθε χρονική περίοδο της ιστορίας, και όταν αποφασίζουν να αγωνιστούν προκαλούν τον ίδιο πανικό στους αστούς.
Το τέλος της καπιταλιστικής κρίσης δεν φαίνεται στον ορίζοντα και μας υπόσχεται περαιτέρω φτώχεια, εκμετάλλευση, πολέμους, καταστολή. Είναι σε αυτό το σημείο που πρέπει να διδαχτούμε από την ιστορία μας, από τα λάθη και τις αυταπάτες των προγόνων μας αλλά και από την οργάνωση και τη μαχητικότητα που είχαν οι αγώνες τους.
Την ίδια στιγμή πρέπει να σταματήσουμε να τρώμε το κουτόχορτο των αναδιπλώσεων των αστών μπροστά στις εξεγέρσεις μας και να αρχίσουμε, παράλληλα με τον αγώνα για καλυτέρευση των όρων ζωής μας στο σήμερα, να αντιλαμβανόμαστε πως είναι στο δικό μας χέρι να οργανώσουμε τις ζωές μας χωρίς εξουσία και εκμετάλλευση, τελειώνοντας μια και καλή το κράτος και τον καπιταλισμό.
Πρώτες εργατικές διεκδικήσεις στον ελλαδικό χώρο
Στον ελλαδικό χώρο από το 1870 και έπειτα, ξεσπούν οι πρώτες οργανωμένες διεκδικήσεις εργαζομένων. Βλέπουμε λοιπόν εργάτες σε πολλές περιοχές της χώρας, να θέτουν ως βασικό αίτημα τους την μείωση των εργάσιμων ωρών, με παράδειγμα τους εργάτες της Σύρου, που για πρώτη φορά το 1879 πραγματοποίησαν απεργιακή συγκέντρωση ζητώντας την μείωση της εργασίας από 14 ώρες σε 10 ώρες. Δειλά δειλά τα επόμενα χρόνια παρόμοιες συγκεντρώσεις άρχισαν να εκδηλώνονται και σε άλλες πόλεις, όπως αυτήν της πρωτομαγιάς του 1893 με τους συγκεντρωμένους εργάτες να συντάσσουν τα παρακάτω αιτήματα:
“Α) Την Κυριακήν να κλείωσι τα καταστήματα, καθ’ όλην την ημέραν, και οι πολίται ν’ αναπαύωνται.
Β) Οι εργάται να εργάζωνται 8 ώρας την ημέραν.
Γ) Ν’ απονέμηται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς διατήρησιν εαυτών και της οικογενείας των.”
Έπειτα από την πρωτομαγιά του 1886 στο Σικάγο, το αίτημα του οκταώρου κατέχει κεντρική θέση στις μικρές και μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις στην Ελλάδα. Ενώ το 1909 η Κυριακή καθιερώνεται ως μέρα αργίας και τα μαγαζιά παραμένουν έκτοτε (ως προσφάτως) κλειστά. Την περίοδο αυτή και μπροστά στην ταχεία οργάνωση της εργατικής τάξης, που συνεπάγεται μια σειρά αγώνων, απεργιών και εξεγέρσεων (διεκδικώντας αύξηση ελεύθερου χρόνου, συντάξεις, επιδόματα ανεργίας, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αυξήσεις μισθών, μειώσεις τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ίσα μεροκάματα για άντρες-γυναίκες, ενάντια στην εκστρατεία στην Μικρά Ασία και στον πόλεμο κ.α.) ιδρύεται η Εργατική Εστία (1931), θεσπίζεται ο νόμος για τις κοινωνικές ασφαλίσεις (1934) και τίθενται σε ισχύ οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (1935).
Οι απεργίες του Μαΐου του 1936
Η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα, επηρεασμένη από τη καπιταλιστική κρίση του 1929 και μετά την πτώχευση το 1932 χαρακτηρίζεται από υψηλή ανεργία και ανέχεια. Ο μεγάλος αριθμός αυτών που εργαζόταν σε καπνοβιομηχανίες, σε συνδυασμό με τις αλλαγές στον τρόπο πώλησης του καπνού και τις μειώσεις μισθών ώθησαν τον κλάδο να κηρύξει απεργία το Απρίλιο του 1936, με βασικά αιτήματα την αναπροσαρμογή του ημερομισθίου, το οποίο είχε φθάσει τις 65 έως 70 δραχμές για τους άνδρες και τις 24 έως 30 δραχμές για τις γυναίκες, την βελτίωση των παροχών του κλαδικού ταμείου για τους «παρήλικας και τους φυματικούς» και τη χορήγηση έκτακτου επιδόματος 500 δραχμών στους άνεργους καπνεργάτες ενόψει του Πάσχα. Στις διεκδικήσεις είχαν ενταχθεί και πολιτικά αιτήματα, όπως “η χορήγηση γενικής αμνηστίας εις τους πολιτικούς φυλακισμένους, εξορίστους και καταδικασμένους και ιδιαίτερα των καπνεργατικών στελεχών” από το λεγόμενο “ιδιώνυμο που είχε θεσπίσει ο δημοκράτης Βενιζέλος – πρότυπο των σημερινών φιλελεύθερων πολιτικών”.
Οι κινητοποιήσεις επεκτάθηκαν σε πολλές πόλεις της Βόρειας Ελλάδας, όπως οι Σέρρες, η Δράμα,η Ξάνθη κτλ. Οι μέρες του Μαΐου 1936 όμως σημαδεύτηκαν κυρίως από τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στην πόλη μας. Η γενική απεργία που κηρύχθηκε σε ένδειξη συμπαράστασης στους καπνεργάτες φέρνει χιλιάδες διαδηλωτές στους δρόμους, (μυλεργάτες, τροχιοδρόμοι, υφαντουργοί, τσαγκαράδες, εργάτες του ηλεκτρισμού, αυτοκινητιστές), με τις συγκρούσεις να ξεκινούν όταν απεργοί περιφρουρούν την απεργία από τους απεργοσπάστες. Η βιαιότητα της αστυνομίας τις μέρες της 8ης και 9ης Μαΐου συσπειρώνει ακόμη περισσότερο κόσμο στους δρόμους, με τραγικό απολογισμό 12 νεκρούς από σφαίρες μπάτσων και χιλιάδες τραυματίες.
Από την πλευρά των εργατών έγιναν επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα και στήθηκαν οδοφράγματα που έφεραν έστω και για λίγο το αποτέλεσμα μιας αστυνομίας κλεισμένης μέσα στις φωλιές της και του μεγαλύτερου μέρους της πόλης να μην υπάγεται σε καμία εξουσία με τους εξεγερμένους να το ελέγχουν.
Τα πρώτα τάγματα στρατού που ήρθαν από κοντινές περιοχές για να καταστείλουν την εξέγερση, αρνήθηκαν να πυροβολήσουν τους απεργούς και χρειάστηκαν ενισχύσεις από την κεντρική Ελλάδα για να συνδράμουν στο έργο των μπάτσων.
Τις μέρες που ακολούθησαν η αδυναμία των εργατών να κάνουν το βήμα παραπάνω και να οργανώσουν την ένοπλη αυτοάμυνά τους αλλά και μια σειρά λαθών που έχουν ως κοινή αναφορά την εμπιστοσύνη που έδειξαν στους επίσημους συνδικαλιστικούς φορείς (ελεγχόμενους από το ΚΚΕ ή από σοσιαλιστές που δεν μπορούσαν να σηκώσουν αλλά και δεν ήθελαν να βοηθήσουν μια γενικευμένη εργατική εξέγερση) που δεν κήρυξαν έγκαιρα πανελλαδική γενική απεργία, έδωσαν πάτημα στην καταστολή του κινήματος και εν τέλει στην διάνοιξη του δρόμου για το πραξικόπημα της 4ης Αυγούστου. Οι εγγυήσεις που είχαν δώσει οι βουλευτές του ΚΚΕ, πως δεν θα υπάρξουν αντίποινα αν ο κόσμος γυρνούσε στα σπίτια του, προφανώς και δεν είχαν καμία ισχύ και το κράτος συνέλαβε, φυλάκισε, βασάνισε έναν-έναν αυτούς που αδυνατούσε να αντιμετωπίσει όλους μαζί.
Το ιστορικό των απεργιών
28 Μάρτη: Τρεις μεγάλες εταιρίες καπνού στη Θεσσαλονίκη απολύουν ξαφνικά 200 εργάτες
4 Απρίλη: Συνέρχεται στη Θεσσαλονίκη το 1ο πανκαπνεργατικό συνέδριο. Οργανώνεται από την Καπνεργατική Ομοσπονδία Ελλάδας (ΚΟΕ), η οποία μετονομάζεται σε Πανελλαδική Καπνεργατική Ομοσπονδία (ΠΚΟ). Το συνέδριο διαρκεί 3 μέρες και τα κύρια θέματα που το απασχολούν είναι τα μεροκάματα, το ταμείο ασφάλισης (ΤΑΚ) και η ενότητα του κλάδου. Για το τελευταίο αποφασίστηκε να γίνει πρόταση στην ΕΟΚΣΕ για ενοποίηση.
15 Απρίλη: Κοινή συνεδρίαση της ΠΚΟ και της ΕΟΚΣΕ όπου αποφασίζεται κοινή Εκτελεστική Επιτροπή.
Κυριακή 19 Απρίλη: Πραγματοποιείται στον κινηματογράφο “Ολύμπιον” μεγάλη συγκέντρωση καπνεργατών όπου αποφασίζεται η κήρυξη απεργίας σε περίπτωση που δεν υιοθετηθούν τα αιτήματα του συνεδρίου. Οι καπνεργάτες εκλέγουν επιτροπές αγώνα κατά εργοστάσιο και κατά συνοικία και ξεκινούν οικονομική εξόρμηση.
Τετάρτη 29 Απρίλη: Ξεκινά η απεργία. Οι απεργοί κατευθύνονται στα γραφεία της ΠΚΟ και κατόπιν στον κινηματογράφο “Πάνθεον”, όπου υπολογίζονται γύρω στις 10.000. Εκλέγεται κεντρική επιτροπή αγώνα η οποία επισκέπτεται τον Γενικό διοικητή Μακεδονίας Πάλλη.
Πέμπτη 30 Απρίλη: Η απεργία γενικεύεται σε όλη τη χώρα. Οι απεργοί της Θεσσαλονίκης μαζεύονται ξανά στο “Πάνθεον” και αποφασίζουν την τοποθέτηση εργατικών φρουρών στα καπνομάγαζα.
Παρασκευή 1 Μάη: Η εργατική Πρωτομαγιά γιορτάζεται με δύο συγκεντρώσεις, μια στο Μπεχτσινάρ και μια στο Σέιχ Σου.
Σάββατο 2 Μάη και Κυριακή 3: Η χωροφυλακή επιτίθεται στα καπνομάγαζα, διώχνει τις απεργιακές φρουρές και τοποθετεί χωροφύλακες.
Δευτέρα 4 Μάη: Μεγάλη συγκέντρωση στα γραφεία της ΠΚΟ. Εγκρίνεται ψήφισμα και αποφασίζεται να σταλεί με τηλεγράφημα στην Αθήνα στην κυβέρνηση. Σύσσωμοι οι καπνεργάτες κατευθύνονται προς το τηλεγραφείο όπου δέχονται επίθεση από έφιππους αστυνομικούς. Τρεις φορές οι καπνεργάτες σπάζουν τον κλοιό και φτάνουν στο τηλεγραφείο. Στη διάρκεια της επίθεσης χτυπήθηκε σοβαρά η καπνεργάτρια Σοφία Κωνσταντινίδου.
Τρίτη 5 Μάη: Κατεβαίνουν σε απεργία οι κλωστοϋφαντουργοί, οι χαρτεργάτες, οι τσαγκαράδες και οι λαστιχάδες. Οι περισσότεροι δήμοι και κοινότητες εγκρίνουν κονδύλια από το δημοτικό προϋπολογισμό για ενίσχυση του αγώνα.
Τετάρτη 6 Μάη: Μέλη της (φασιστικής) οργάνωσης ΕΕΕ, πυροβολούν και τραυματίζουν τον υποδεματεργάτη Κ. Σαμιώτη, 20 χρόνων.
Πέμπτη 7 Μάη: Φτάνει στη Θεσσαλονίκη επιστρέφοντας από το Βελιγράδι ο πρωθυπουργός Ι. Μεταξάς, ο οποίος και δίνει εντολή για καταστολή των απεργιών.
Παρασκευή 8 Μάη: Χιλιάδες απεργοί καπνεργάτες συγκεντρώνονται έξω από τα γραφεία της ΠΚΟ. Εγκρίνεται ψήφισμα και προτείνεται 15μελής επιτροπή για να το επιδώσει στη Γενική Διοίκηση (υπουργείο Βόρειας Ελλάδας). Οι συγκεντρωμένοι όμως απαιτούν να επιδοθεί το ψήφισμα από όλους και ξεκινούν πορεία στην Εγνατία. Η αστυνομία επιτίθεται, αλλά οι καπνεργάτες δεν υποχωρούν. Όλη η Εγνατία από το Βαρδάρη μέχρι την Αριστοτέλους θυμίζει πεδίο μάχης.
Ύστερα από συγκέντρωση στο Μπεχτσινάρ, 2.500 απεργοί υφαντουργοί (κυρίως γυναίκες) κατευθύνονται προς την πόλη. Στο δρόμο κτυπιούνται από την αστυνομία, αλλά κατορθώνουν να φτάσουν στη Γενική Διοίκηση. Οι στρατιώτες που περιφρουρούν το κτίριο παίρνουν εντολή να κτυπήσουν. Εκεί λαμβάνουν χώρα οι πρώτες απειθαρχίες φαντάρων και αξιωματικών.
Ο απολογισμός της ημέρας: 70 τραυματίες, 100 συλλήψεις. Το βράδυ της ίδιας μέρας τα 3 εργατικά κέντρα της πόλης (ΕΚΘ, Πανυπαλληλικό, Πανεργατικό) αποφασίζουν την κήρυξη 24ωρης γενικής απεργίας.
Σάββατο 9 Μάη: Περίπολοι στρατού και αστυνομίας στους κεντρικούς δρόμους της πόλης και των προσφυγικών συνοικιών. Συγκοινωνίες και εφημερίδες δεν υπάρχουν λόγω της απεργίας.
Οι εργαζόμενοι κατεβαίνουν κατά ομάδες προς το κέντρο της πόλης. Η πρώτη σύγκρουση γίνεται από τους αυτοκινητιστές, οι οποίοι προσπαθούν να απελευθερώσουν ένα συνάδελφο τους. Κατά τη διάρκεια του επεισοδίου πέφτει νεκρός ο οδηγός Τάσος Τούσης. Οι εργάτες τοποθετούν το νεκρό πάνω σε μια ξύλινη πόρτα και κατευθύνονται προς τη Γενική Διοίκηση. Η αστυνομία κλείνει το δρόμο και επιτίθεται.
Η σύγκρουση γενικεύεται. Στήνονται οδοφράγματα σε όλο το κέντρο της πόλης. Γίνονται μάχες σώμα με σώμα. Οι χωροφύλακες κτυπούν στο ψαχνό. Οι καμπάνες κτυπούν ασταμάτητα. Φήμες για πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Όμως αντί να υποσταλούν, οι διαδηλώσεις μαζικοποιούνται. Οι διαδηλωτές καταλαμβάνουν το κέντρο της πόλης.
Απολογισμός 9 νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες.
Το μεσημέρι ο διοικητής του Γ’ Σώματος Στρατού δίνει εντολή στους χωροφύλακες να κλειστούν στα τμήματα, διατάζει το στρατό να αναλάβει τη διοίκηση της πόλης και απαγορεύει κάθε είδους συγκέντρωση σε ανοιχτό ή κλειστό χώρο.
Παρά την απαγόρευση, χιλιάδες λαού συγκροτούν διαδηλώσεις με κεντρικό σύνθημα «Κάτω οι δολοφόνοι – εκδίκηση». Στο ψήφισμα που εγκρίνεται απαιτείται άμεση παραίτηση της κυβέρνησης, σύλληψη του αστυνομικού διοικητή Ντάκου, αποδοχή όλων των αιτημάτων των απεργών, απελευθέρωση όλων των συλληφθέντων.
Η Θεσσαλονίκη στα χέρια των εργατών. Η κεντρική απεργιακή επιτροπή οπλίζει με ρόπαλα τις φρουρές των εργοστασίων και των συνδικάτων. Εργατικές περίπολοι ελέγχουν το κέντρο και τις γειτονιές της πόλης.
Κυριακή 10 Μάη: Πραγματοποιείται η κηδεία των νεκρών μπροστά σε 100.000 λαού. Μετά την κηδεία ο λαός ξεχύνεται στην πόλη. Στην πλατεία Ελευθερίας λαμβάνει χώρα η μεγαλύτερη συγκέντρωση που έγινε ποτέ στην πόλη.
Δευτέρα 11 Μάη: Η κρατική βία ξαναγυρίζει. Πογκρόμ συλλήψεων. Καταλαμβάνονται μέχρι και τα γραφεία του ΕΚΘ. Έχουν φτάσει στην πόλη αντιτορπιλικά από τον Πειραιά και ένα σύνταγμα πεζικού από τη Λάρισα. Εκπρόσωποι των απεργών με βάρκες προσπαθούν να ενημερώσουν τους ναύτες. Η ΓΣΕΕ και η Ενωτική αποφασίζουν από κοινού 24ωρη πανελλαδική απεργία για την Τετάρτη 13 Μαΐου.
Τετάρτη 13 Μάη: Συγκρούσεις σε διάφορες πόλεις της χώρας. Το πογκρόμ συλλήψεων κορυφώνεται. Φυλακίσεις, βασανισμοί, συλλήψεις και εκτοπίσεις εκατοντάδων συνδικαλιστών.
Πέμπτη 14 Μάη: Σε συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΠΚΟ αποφασίζεται η λύση της απεργίας μετά από υπόσχεση για απελευθέρωση των συλληφθέντων, χορήγηση συντάξεων στις οικογένειες των νεκρών και ικανοποίηση μέρους των αιτημάτων.
Τίποτα δεν μας χαρίστηκε, όλα κατακτήθηκαν με αγώνες
Το οχτάωρο, η κοινωνική ασφάλιση και η Κυριακάτικη αργία, που μέχρι πριν λίγο καιρό οι κυρίαρχοι τα ονόμαζαν κρατικές παροχές, δεν ήταν παρά η αποκρυστάλλωση των ταξικών συσχετισμών εκείνης της εποχής, το αποτέλεσμα των αγώνων των εργατών και των εργατριών και η μέθοδος του κράτους για να μην αναπτυχθεί περαιτέρω η οργάνωση και η συνείδηση των καταπιεσμένων, φτάνοντας στο σημείο να αμφισβητηθεί η κυρίαρχη κοινωνική και οικονομική οργάνωση.
Τα τελευταία χρόνια τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο παύουν το ένα μετά το άλλο να έχουν ισχύ βασικά εργασιακά μας δικαιώματα, συμβάλλοντας στην υποβάθμιση του βιοτικού μας επιπέδου. Αν και η αφορμή είναι ίδια, μία ακόμη κρίση του καπιταλισμού, οι ταξικές αντιστάσεις είναι προς το παρόν εμφανώς αποδυναμωμένες σε σχέση με την αντίστοιχη κρίση του 1929, λόγω των τριών τελευταίων δεκαετιών που τα αφεντικά εμφύσησαν στους εκμεταλλευόμενους τον φιλοτομαρισμό και την έλλειψη συλλογικής συνείδησης.
Η εθνική ρητορική έπιασε τόπο και αγώνες που έπρεπε να δοθούν με σαφή ταξικό πρόσημο, υπέπεσαν στη θολούρα των “πατριωτικών αντιμνημονιακών μετώπων”, ρίχνοντας το βάρος της ευθύνης για την κρίση όχι στο πολιτικό και οικονομικό σύστημα αλλά σε “προδότες πολιτικούς”.Τα μνημόνια για κάποιους μπορεί να σημαίνουν την υποδούλωση του έθνους και από τα οποία, αφεντικά και εργάτες, πλούσιοι και φτωχοί, εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι πλήττονται εξίσου, αλλά για εμάς σημαίνουν την περαιτέρω υποδούλωση των εργαζομένων από το ντόπιο και το ξένο κεφάλαιο. Αναγνωρίζουμε πως υπάρχει ένα ξεσκαρτάρισμα μεταξύ κομματιών του κεφαλαίου, με τα πιο αδύναμα να εξαφανίζονται, αλλά αυτό που για εμάς έχει σημασία είναι να ερμηνεύσουμε και να αντιμετωπίσουμε την καπιταλιστική αναδιάρθρωση μέσα από τη δική μας σκοπιά. Πως αλλιώς άλλωστε να ερμηνεύσουμε την κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας και τη διάλυση κάθε αλληλέγγυου χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης, την μείωση του κατώτατου μισθού με την ταυτόχρονη αύξηση του κόστους ζωής, τις ιδιωτικοποιήσεις, την αύξηση της φορολογίας,την ελαστική και “μαύρη” εργασία;
Η “εθνική ανάπτυξη” που πρέπει, λέει, να επιστρέψει, μπορεί να έρθει μόνο με την υποτίμηση της εργασιακής δύναμης και της ποιότητας ζωής των εκμεταλλευόμενων, είναι συνυφασμένη με την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσής μας. Η “εθνική ανάπτυξη” είναι η ανάπτυξη της κυριαρχίας του κεφαλαίου, η ανάπτυξη των κερδών των αφεντικών, η, ευρωπαϊκής προέλευσης, απάντηση στα προβλήματα των ντόπιων βιομηχάνων, εφοπλιστών, επιχειρηματιών, μεγαλεμπόρων αλλά και των “ξένων” κεφαλαιοκρατών που αναζητούν φθηνό και πειθαρχημένο εργατικό δυναμικό για να αυξήσουν τα πλούτη τους.
Το επόμενο διάστημα είναι προγραμματισμένη η κατάθεση στη βουλή νέων εργασιακών μέτρων που θα θεσμοθετήσουν την πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, την οριστική κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, των δώρων και των επιδομάτων, την θεσμοθέτηση “ευέλικτων” μορφών εργασίας αλλά και τον περιορισμό των απεργιών και των συνδικαλιστικών “ελευθεριών”. Και όλα αυτά σε ένα εργασιακό περιβάλλον όπου κυριαρχεί η ανασφάλιστη εργασία, τα ελαστικά ωράρια και η απειλή της απόλυσης.
Οι μεγάλοι εργατικοί αγώνες του παρελθόντος μας δείχνουν τις δυνατότητες που μπορεί να απελευθερώσει η αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων, το ξεπέρασμα της εξατομίκευσης και η οργάνωση μας για την υπεράσπιση των κοινών μας συμφερόντων ενάντια στα αφεντικά. Κάτι τέτοιο στο σήμερα είναι παραπάνω από αναγκαίο. Όχι μόνο για να ανακόψουμε την επέλαση του κεφαλαίου πάνω από τις ζωές μας. Όχι μόνο για να διεκδικήσουμε καλύτερους όρους ζωής στο σήμερα. Αλλά για να κάνουμε το βήμα παραπάνω και να αγωνιστούμε για την καταστροφή του κράτους και του κεφαλαίου, για την κατάργηση κάθε εκμεταλλευτικού και καταπιεστικού συστήματος, ώστε να μπορέσουμε να ζήσουμε σε έναν κόσμο ελευθερίας, ισότητας, αλληλεγγύης, σε αρμονία με το φυσικό κόσμο.
Τις μέρες αυτές βιώνουμε και πάλι το καθεστώς της πιο κραυγαλέας εργοδοτικής τρομοκρατίας να βαραίνει κι άλλο τις πλάτες μας προκειμένου να δώσει κι άλλες ανάσες στην οικονομία της χώρας. Έτσι, οι Κυριακές μας πλέον δεν είναι ελεύθερες, καθώς είμαστε υποχρεωμένοι να δουλεύομε τις 7 από αυτές κάθε χρόνο. Η επόμενη Κυριακή που οι υπάλληλοι στο εμπόριο δε θα μπορέσουν να έχουν ελεύθερο χρόνο αλλά θα αναγκαστούν να δουλέψουν είναι στις 17 Ιουλίου. Την ίδια μέρα στις 12.00 στη συμβολή των οδών Αγίας Σοφίας με Τσιμισκή σωματεία, εργαζόμενοι/ες, αντικαπιταλιστικές και αναρχικές συλλογικότητες καλούν σε συγκέντρωση και πορεία ενάντια στην Κυριακάτικη εργασία.
Πολλές φορές την ιστορία την γράφουν τα κράτη και οι καπιταλιστές, μερικές φορές όμως, όταν οι καταπιεσμένοι συνειδητοποιούμε την δύναμη μας, τότε η ιστορία δεν γράφεται, αλλά γίνεται… με διαδηλώσεις, με απεργίες, με συγκρούσεις, με εξεγέρσεις, με επαναστάσεις.
ΟΡΓΑΝΩΝΟΜΑΣΤΕ ΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΑΜΕ ΜΕ ΚΑΘΕ ΜΕΣΟ ΤΑ ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ
ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΚΑΤΑΡΓΟΥΝΤΑΙ ΣΤΑ ΟΔΟΦΡΑΓΜΑΤΑ
Πηγή: Συλλογικότητα αναρχικών από τα ανατολικά