Σε μια μνημειώδη φράση το ζοφερό 1940 ο Walter Benjamin γράφει «Η παράδοση των καταπιεσμένων μας διδάσκει ότι η “κατάσταση έκτακτης ανάγκης” που ζούμε τώρα δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας». Όταν ο Benjamin έγραφε αυτές τις λέξεις είχε προφανώς επίγνωση του εδαφίου με το οποίο ο Carl Schmitt ξεκινούσε το βιβλίο του Πολιτική θεολογία (1922) «Κυρίαρχος είναι όποιος αποφασίζει για την κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Άλλωστε, εκείντο το βιβλίο του Schmitt δεν ήταν τίποτα παραπάνω από την αγωνιώδη προσπάθεια του μετέπειτα θεωρητικού του ναζιστικού να απαντήσει στην αυξημένη επίδραση που είχε, ένα μόλις χρόνο πριν, το νεανικό αναρχικό δοκίμιο του Benjamin Για μια κριτική της βίας (1921). Στον αιώνα μας οι φράσεις αυτές έχουν γίνει ένα είδος φιλοσοφικής μόδας. Δεκάδες μείζονες θεωρητικοί και όχι μόνο έχουν αναπαράγει την αντιφιλελεύθερη οπτική του Schmitt, που αποκαλύπτει τις κεκαλυμμένες δικτατορικές εξουσίες κάθε φιλελεύθερης δημοκρατίας, αλλά και τις πάντα επίκαιρες προειδοποιήσεις του Benjamin για το ρόλο του κράτους σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης.
Στις μέρες μας όμως η σταδιακή επαναφορά στη νέα «κανονικότητα» μας επιβάλει να στοχαστούμε πέρα από την απλή επισήμανση γενικών αληθειών. Γιατί μπορεί, όπως μας είπε ο Schmitt, η πίστη στο κράτος να γίνεται ακόμα με θεολογικούς όρους και η κοινωνία να αντιμετωπίζει την κυριαρχία με τον ίδιο τρόπο που ο πιστός λατρεύει τον Θεό, επίσης μπορεί (όπως μας δείχνει ο Benjamin) τα κράτη να επεκτείνουν επ’ αόριστον το καθεστώς εξαίρεσης, μετατρέποντας την παροδική σε διαρκή εξαίρεση, όμως η νέα συνθήκη που διαμορφώνεται παγκοσμίως έχει κάποια νέα χαρακτηριστικά που πρέπει έγκαιρα να σκεφτούμε. Θα επιχειρήσω κάποιες πρώτες επισημάνσεις:
Πρώτον, η επίκληση «έκτακτης ανάγκης» στις μέρες μας είναι διαρκής αλλά εντέχνως μεταστατική. Μοιάζει σαν κάθε θέμα που απασχολεί κάθε δεδομένη στιγμή την επικαιρότητα να ανάγεται σε τόσο κρίσιμο που όλες οι θεσμικές διαδικασίες πρέπει να ανασταλούν και έκτακτες εξουσίες, έξω από το θεσμικό κανόνα, να αναλάβουν την διεκπεραίωση του. Μόλις οι «έκτακτες εξουσίες» πετύχουν το στόχος τους το θέμα θα ξεχαστεί και η προσοχή θα επικεντρωθεί στην επόμενη «έκτακτη περίπτωση» που θα το διαδεχτεί. Το κάθε θέμα, πραγματικό ή φανταστικό, διογκωμένο τεχνητά ή υπαρκτό, δεν παίζει κάποιο ιδιαίτερο ρόλο, θα φύγει από τη δημοσιότητα μετά από λίγο, αφήνοντας πίσω τους το ίχνος της συνεχούς εξαίρεσης.
Δεύτερον, στις μέρες της νέας κανονικότητα κατά κανόνα —με ηχηρές, βέβαια, εξαιρέσεις— δεν αίρονται οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες, αντίθετα χρησιμοποιούνται ως άλλοθι δημοκρατικοφάνειας. Αυτό θα πρέπει να κατανοηθεί όχι ως αδυναμία αλλά ως απόλυτη κυριαρχία των συστημάτων εξουσίας. Οι πολιτικές αψιμαχίες μετασχηματίζονται σε σκιαμαχίες εντυπώσεων μέσα στις οποίες κάθε συμμετέχων γνωρίζει πως αν παραβιάσει τον αφανή κανόνα που επιβάλει να «μην θέτεις ποτέ το δάκτυλο επί των τύπων των ήλων», θα εξοστρακιστεί από κάθε δημόσιο βήμα.
Τρίτον, η εξουσία της προπαγάνδας και του θεάματος είναι τόσο απόλυτη που μπορεί να εξαγοράζει και την αντιπολίτευσή της. Ο Joseph Goebbels, εξ αιτίας των εμμονών του, ουδέποτε μπόρεσε να συλλάβει όλο το θεωρητικό εύρος του δασκάλου του Edward Bernays, ο οποίος εισάγαγε την τεχνική που σήμερα αποθεώνουν τα φιλελεύθερα καθεστώτα: αντί να εξοστρακίσεις του αντιπάλους σου, εξαγοράζεις τις πιο προβεβλημένες δομές και φιγούρες τους, αφήνοντας την ψευδαίσθηση πως σκέπτονται και δρουν ως ανεξάρτητες.
Τέταρτον, η υπαγάγη του δικαίου στις απαιτήσεις της έκτακτης ανάγκης δεν αντιμετωπίζεται σήμερα με έκτακτες νομοθεσίες (αυτές είναι, κατά κανόνα, ελάχιστες), αλλά με τη ρευστοποίηση του υπάρχοντος δικαίου. Έτσι, οι εξουσίες έκτακτης ανάγκης ενώ αποφασίζουν μονομερώς οτιδήποτε τους συμφέρει, περνούν τις αποφάσεις μέσα από μια διασταλτική ερμηνεία των νόμων. Έτσι διασφαλίζουν την απόλυτη εξαίρεση: να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς να περιορίζονται από τη γενική δεσμευτικότητα μιας θετικής νομοθεσίας. Με τον πλήρη έλεγχο των ανωτάτων δικαστηρίων και των «ανεξάρτητων» αρχών, η εξουσία επικαλείται διαρκείς εξαιρέσεις για να κυβερνά αποδεσμευμένη πλήρως από το νόμο (Potestas Legibus Soluta).
Πέμπτον, η τεχνική ικανότητα της κυριαρχίας να παρακολουθεί τη θέση, τις κινήσεις αλλά και τις δραστηριότητες εκατομμυρίων ανθρώπων, σε συνδυασμό με την νέα μαζική δημοσιότητα (των social media) νομιμοποιεί την διαρκή παρακολούθηση εκατομμυρίων ανθρώπων ως στοιχείο της νέας κανονικότητας. Αυτό που πριν λίγα χρόνια συνιστούσε μια «φοβερή αποκάλυψη», ότι το τάδε κράτος παρακολουθεί χιλιάδες τηλέφωνα χωρίς νομική κάλυψη ή ότι το πανοπτικόν της ΝSA συλλέγει δεδομένα από εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη, σήμερα δεν συγκλονίζει κανέναν. Η εξαίρεση έχει πλήρως νομιμοποιηθεί ως γενική πραγματικότητα και τα κράτη δεν αισθάνονται καν την ανάγκη να δικαιολογηθούν γι’ αυτήν.
Έκτον, στην εποχή των fake news (έννοια που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει περιθωριακές, συνωμοτικές και αντι-επιστημονικές απόψεις) ένα τεράστιο πέπλο συστημικής προπαγάνδας, σε πλήρη συνεργασία με όλους του τομείς της επιστήμης, έχει αντιστρέψει κάθε έννοια πραγματικότητα. Στις μέρες της νέας κανονικότητας η «πραγματικότητα» κατασκευάζεται σχεδόν ολοκληρωτικά, ενώ η αλήθεια μοιάζει περισσότερο με λαμπερές εντυπώσεις στο φανταχτερό φόρεμα μιας σελέμπριτι. Αυτό που κάποτε ονομάζαμε Ιδεολογία, τον παραμορφωτικό φακό μέσα από τον οποίο η κυρίαρχη τάξη μας επιβάλει να δούμε τον κόσμο, έχει στις μέρες μας ολοκληρωτικά επιβληθεί.
Y.Γ. Φωτογραφία: στο τάφο του Carl Schmitt υπάρχει γραμμένη στα ελληνικά η φράση του τίτλου, είναι μια φράση από την Οδύσσεια «Καὶ νόμον ἔγνω». Mοίαζει σαν αυτός ο θεωρητικός της απόλυτης κυριαρχίας να μας λέει ειρωνικά «εγώ ξέρω να διαβάζω πίσω από τους νόμους, βλέπω τις ωμές σχέσεις εξουσίας που υποκρύπτουν, εσείς;»