Το βίντεο του Σύριζα για τους δημοσιογράφους και το επίσημο κρατικό λάδωμα 20 εκατομμυρίων (συν την αναστολή πληρωμής των καναλιών για τις άδειες τους που είχε προηγηθεί) του τύπου με αφορμή την επιδημία του COVID-19 «κλέβει εκκλησία».
Το σύνθημα «Αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι» που εισήγαγε την δεκαετία του ’90 ο αναρχικός χώρος έχει γίνει μέρος της συλλογικής συνείδησης. Όχι γιατί όλοι οι εργαζόμενοι ως δημοσιογράφοι είναι αλήτες και ρουφιάνοι. Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που κάνουν αυτή την δουλειά και είναι καθαροί, συχνά με το προσωπικό κόστος να σταθούν απέναντι στην εργοδοσία τους. Βέβαια η διασπορά έντιμων στον δημοσιογραφικό χώρο είναι αντιστρόφως ανάλογη του ποσού των μηνιαίων τους αποδοχών αλλά και του ρόλου τους στο μέσο. Όσο μικρότερο το μηνιάτικο κι όσο πιο χαμάλης ο δημοσιογράφος τόσο πιθανότερο να είναι έντιμος, όπως άλλωστε ισχύει παντού σε μια ταξική κοινωνία.
Η παρουσία μερικών «κακόμοιρων» που παλεύουν όμως δεν αλλάζει την γενική εικόνα. Και η γενική εικόνα δεν είναι ότι «έχει χαθεί ο σεβασμός στο λειτούργημα» ή ότι «δεν υπάρχει αντικειμενικότητα». Ας αφήσουμε στην άκρη το αστικοδημοκρατικό κιτς.
Η δημοσιογραφία είναι επαγγελματική. Οι δημοσιογράφοι είναι υπάλληλοι σε επιχειρήσεις και πληρώνονται από αυτές. Ο λόγος που μια επιχείρηση πληρώνει έναν εργάτη είναι ότι αυτός παράγει ένα «προϊόν». Η επιχείρηση θα βγάλει το κέρδος της από την υπεραξία υπό τον όρο όμως ότι το προϊόν θα πουληθεί. Αν το προϊόν είναι προβληματικό, πολύ ακριβό ή κατώτερο του ανταγωνισμού τότε δεν θα πουληθεί και η επιχείρηση θα κλείσει. Άρα η «είδηση-προϊόν», στον βαθμό που ούτε η «ιστορική δικαίωση», ούτε η «αντικειμενικότητα», ούτε τα «λειτουργήματα» πληρώνουν, έχει ως σκοπό να εξυπηρετήσει πελάτες. Αυτούς αφορά.
Ποιοι είναι οι πελάτες των ΜΜΕ όμως; Εδώ και μια δεκαετία τουλάχιστον ΔΕΝ είναι τα εκατομμύρια ανθρώπων που θα αγόραζαν μια εφημερίδα. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η επισκεψιμότητα σε site ή η μέτρηση της τηλεθέασης επηρεάζουν την διαφήμιση και άρα κάπου οι μάζες μπαίνουν στο παιχνίδι… Ακόμα και αν αποδεχτούμε ότι το κυνήγι του κλικ με όρους μάρκετινγκ επιτρέπει στο κλικ να σημαίνει κάτι για την επιλογή «είδησης -προϊόντος», είναι γνωστό ότι η διαφήμιση από τον ιδιωτικό τομέα ούτε στο ελάχιστο επαρκεί για να καλύψει τα έξοδα, πόσο μάλλον τα κέρδη μιας τέτοιας επιχείρησης.
Ο πελάτης είναι το κράτος και οι ανταγωνιζόμενες κλίκες κρατικών ελίτ, κάποιες εκ των οποίων είναι τα κόμματα. Πελάτης επίσης είναι το κεφάλαιο και μάλιστα το μεγάλο κεφάλαιο, αυτό που μπορεί να αποκομίσει κέρδη ελέγχοντας πολιτικές εξελίξεις στην κοινωνική βάση. Για αυτούς τους πελάτες παράγουν προϊόντα τα ΜΜΕ. Είναι μια βαθιά συνεπής, και με αυτή την έννοια «έντιμη» λειτουργία της αγοράς.
Αυτό η κοινωνική βάση το έχει αντιληφθεί. Και η συνεισφορά του Α/Α κινήματος σε αυτό ήταν καθοριστική. Όμως, το ότι ένα κομμάτι του συνειδητού της βάσης ξέρει ότι πρόκειται για απάτη αυτό δεν αλλάζει δύο πραγματικότητες.
Α. Η συλλογική ενημέρωση είναι βασικό στοιχείο της κοινωνικής ύπαρξης. ΤΑ ΜΜΕ έχουν τεχνογνωσία, πόρους και προσβάσεις για να την προσφέρουν ανώτερες από οποιονδήποτε άλλο, για την ώρα.
Β. Το ότι αναγνωρίζεται κάτι ως ψέμα δεν εμποδίζει απαραίτητα να γίνει και πιστευτό. Ειδικά αν προσφέρει βολικές αφηγήσεις, αν απαλύνει ανασφάλειες και αν βεβαίως δεν υπάρχει ένας ορατός δρόμος αντίστασης. Αυτή είναι η φύση της ετερονομίας και της συλλογικής υποταγής σε έναν εξουσιαστικό κόσμο, για να θυμηθούμε την αναρχική ορθοδοξία.
Παρά το πλήγμα που τα social και γενικά το ιντερνέτ κατάφεραν στην μονοκρατορία των ΜΜΕ αυτά παραμένουν ισχυρά και με μεγάλη κοινωνική επιρροή. Να συνειδητοποιήσουμε μόνο πως στις αστικές εκλογές αρκεί η μετακίνηση ενός 10% των ψηφοφόρων για να γίνει η δουλειά. Και μπορούμε άνετα να πούμε πως τα ΜΜΕ ελέγχουν πάνω από αυτό το 10%…
Σε αυτό το παιχνίδι η κλίκα εξουσίας του Σύριζα είναι ριγμένη. Τα 5 χρόνια εξουσίας του ήταν λίγα αλλά και χωρίς τους απαραίτητους πόρους λόγω μνημονίων, ώστε να αναπτύξει τις δικές του δυνάμεις στην αστική τάξη (όπως κατάφερε το ΠΑΣΟΚ παλιότερα) και ειδικά στον κλάδο των ΜΜΕ. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Παππά, δεν γεννήθηκαν νέα τζάκια και τα παλιά τζάκια, ήδη θυμωμένα από την εξευτελιστική ήττα που δέχτηκαν με το δημοψήφισμα προτίμησαν να συνεχίσουν να παράγουν προϊόντα που αρέσουν στην δεξιά κρατική πελατεία. Ο Σύριζα δεν κατάφερε να γίνει μεγάλη αγορά κι ούτε έδειξε πρόθυμος να πληρώσει ακριβότερα ενώ πούλησε κι έναν τσαμπουκά που δεν είχε τα φόντα να στηρίξει, ειδικά στην ιστορία με τις άδειες των καναλιών. Γιαυτό τώρα έχει απομείνει με τα κομματικά μέσα, 3-4 site και έναν στρατό τρολ που υπολείπεται κατά πολύ του αντίστοιχου δεξιού μηχανισμού.
Κι όπως γίνεται σε κάθε πόλεμο όταν δεν σε παίρνει για τακτική μάχη αρχίζεις το αντάρτικο. Έξυπνη παραγωγή το βίντεο με την βροχή από χρήμα, τσιμπάει το λαϊκό θυμικό, όλοι θα γελάσουμε, αλλά μέχρι εκεί. Η απαξίωση της βάσης στα ΜΜΕ και δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο εκλογικό αντίκρισμα και, το κυριότερο, περιλαμβάνει και τον ίδιο τον Σύριζα στο κάδρο της. Αν το αντίγραφο της Σίας Κοσιώνη έλεγε για τον «Μωυσή» και όχι για τον «Άχαστο» αυτό οφείλεται στο ότι ο «Αχαστος» επέλεξε να προσπαθήσει να φτιάξει δικούς του νταβατζήδες αντί να ταΐσει τους παλιούς και τελικά απέτυχε. Δεν είναι αρετή μια τέτοια αποτυχία…
Οι κόντρες στην αστική δημοκρατία, ειδικά αυτές που αφορούν την «πληροφορία» είναι μέρος της καθημερινότητας μας αφού ζούμε σε αυτό το σύστημα. Εμείς, η κοινωνική βάση είμαστε ο λόγος που η κρατική και καπιταλιστική πελατεία αγοράζει ειδήσεις, ο λόγος που τα ΜΜΕ τις παράγουν και οι δημοσιογράφοι τις βγάζουν στην λιανική. Ο έλεγχός μας τόσο στην εκλογική συμπεριφορά όσο και στις βασικές αναπαραστάσεις που προσλαμβάνουμε για καθημερινά γεγονότα και άρα την ανταπόκρισή μας στις επιλογές της εξουσίας είναι το ζητούμενό τους. Δεν είμαστε οι πελάτες της είδησης, είμαστε το καύσιμο στα εργοστάσια παραγωγής της, είμαστε η χωματερή που θάβονται τα «προιόντα-ειδήσεις» αφού κάνουν την δουλειά τους…
Και μέχρι να εμφανιστούν οι νέοι δρόμοι αντίστασης, αλλά και μέσα σε αυτούς τους νέους δρόμους να χτιστούν τα κάστρα μια άλλης δημοσιογραφίας από, με και για την βάση, μιας δημοσιογραφίας που συνολικά θα μπορέσει να καλύψει το κενό της συλλογικής ενημέρωσης της κοινωνικής βάσης, αυτή δυστυχώς θα συνεχίσει να είναι η πραγματικότητά μας…
20/6/2020
Σπύρος Δαπέργολας