Brian Morris: Η Μεταδομιστική Κριτική του Αναρχισμού και ο Kropotkin
αναδημοσίευση από: Null (geniusloci2017.wordpress.com)
Tο κείμενο είναι παρμένο από το βιβλίο Anthropology, Ecology, and Anarchism: A Brian Morris Reader (PM Press. 2014). Ο Brian Morris είναι επίτιμος καθηγητής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, συγγραφέας και ενεργό μέλος του αναρχικού κινήματος από τη δεκαετία του 1960.
Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας
Πρόλογος
Τα τελευταία δέκα χρόνια περίπου, ακαδημαϊκοί μελετητές, μαζί με αναρχοπριμιτιβιστές, στιρνερικούς ατομικιστές, και αυτόνομους μαρξιστές, λένε στους σύγχρονους ριζοσπάστες ακτιβιστές πως ο αναρχισμός της ταξικής πάλης είναι πλέον «απαρχαιωμένος» και «ξεπερασμένος» ή πως έχει ανάγκη «ουσιαστικής αναμόρφωσης».
Με τον «αναρχισμό» φαίνεται πως εννοούν τον κοινωνικό ή τον αναρχισμό της ταξικής πάλης που έχει τις ρίζες του στο Kropotkin και τον Bakunin και έχει αγκαλιαστεί από γενιές ακτιβιστών σε όλη τη διάρκεια του εικοστού αιώνα, από την Goldman, το Rocker, και τον Landauer στο πρώτο κομμάτι του αιώνα, ως τον Murray Bookchin, τον Colin Ward, και την Αναρχική (Κομμουνιστική) Ομοσπονδία (Anarchist Federation, AFED) στις πιο πρόσφατες δεκαετίες.
Έτσι μας πληροφορούν πως ένας «νέος αναρχισμός» ή ένα «νέο παράδειγμα» έχει εμφανιστεί που έχει αντικαταστήσει εντελώς το «παλιό» αναρχισμό της ταξικής πάλης. Σύμφωνα με την Ruth Kinna, αυτός ο «νέος αναρχισμός» αποτελείται από ένα εσωτερικό ποτ πουρί αρκετών πολιτικών τάσεων, κυρίως: τον αναρχοπριμιτιβισμό του John Zerzan· τον αναρχοκαπιταλισμό του Murray Rothbard και της Ayn Rand· την «ποιητική τρομοκρατία» που πηγάζει από τον Nietzsche και στηρίζεται με θέρμη από τον Hakim Bey και τον John Moore ως η νέα «οντολογική αναρχία»· πιστούς του κτητικού ατομικισμού (εγωισμού) που διακήρυξε ο αριστερός εγκελιανός Max Stirner· και τέλος, τον μεταδομιστικό αναρχισμό που προωθεί ο Todd May, που προέρχεται από τα γραπτά των Γάλλων φιλοσόφων Jacques Derrida, Gilles Deleuze, Michel Foucault, και Jean-Francois Lyotard. Κανένας από τους οποίους, αξίζει να σημειωθεί, δεν ήταν αναρχικός.
Έχω γράψει αλλού κάποιες κριτικές σκέψεις πάνω σε αυτό τον λεγόμενο «νέο αναρχισμό», ερευνώντας αν υπάρχει κάτι πρακτικά «νέο» σε αυτόν. Σε γενικές γραμμές είναι μια επαναβεβαίωση του αστικού ατομικισμού του 19ου αιώνα. Επίσης τονίζω πως ο κοινωνικός ή αναρχισμός της ταξικής πάλης (ελευθεριακός σοσιαλισμός) είναι ακόμη ζωντανός και δυνατό ριζοσπαστικό κίνημα και πολιτική παράδοση, και που μετέχει έντονα στους σύγχρονους αγώνες και διαμαρτυρίες.
Εδώ θέλω να αναλύσω ένα ιδιαίτερο ρεύμα του «νέου αναρχισμού», συγκεκριμένα τον μεταδομιστικό (poststructuralist) ή μεταμοντέρνο αναρχισμό, αλλιώς γνωστό ως «μεταναρχισμό», και να επικεντρωθώ ιδιαίτερα σε αυτό που έχει περιγραφεί ως «μεταδομιστική κριτική» του αναρχισμού.
Η Μεταδομιστική Κριτική
Η «μεταδομιστική κριτική» του αναρχισμού φαίνεται ως μάλλον μια παράξενη έκφραση, αφού κανένας από τους μεταδομιστές φιλοσόφους δεν ανέφερε ποτέ τον αναρχισμό, πόσο μάλλον να ασχοληθεί κριτικά με τα κείμενα αναρχικών όπως οι Bakunin, Kropotkin και Elisée Reclus. Οι εκπαιδευτικές θεωρίες του Jacques Derrida πάνω σtη πολιτική του Karl Marx, το Φαντάσματα του Μαρξ (1994), για παράδειγμα, είχε ως στόχο να δείξει το δικό του ριζοσπαστισμό, να επιβεβαιώσει πως δεν ήταν μηδενιστής ή απολίτικος όπως άφηναν να εννοηθεί τα πρώιμα κείμενα του. Πράγματι, ο Derrida τόνισε πως ήταν φιλόσοφος και όχι μυστικιστής. Κινητοποιούνταν από το ενδιαφέρον στη λογική και την αλήθεια, και ήταν κριτικός απέναντι σε όλη την ιδέα του «μεταμοντέρνου». Στο Φαντάσματα όμως, αν και υπάρχουν πολλές αναφορές στον Maurice Blanchot, τον Martin Heidegger (και οι δύο φιλοφασίστες), κα τονMax Stirner, ο Derrida όχι μόνο δεν αναφέρει τον Bakunin, αλλά αγνοεί εντελώς την αναρχική κριτική του μαρξισμού.
Με τον ίδιο τρόπο στο δεύτερο μέρος του Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια (1988), που θεωρείται το πιο πολιτικό έργο του Gilles Deleuze και του Félix Guattari, είναι γραμμένο με την πιο απροσπέλαστη γλώσσα, που ακόμα και οι πιστοί τους έχουν δυσκολία στο να τη κατανοήσουν. Σημαντικότερο όμως, αν και εκφράζει κάποιες αναρχικές ιδέες στην «θέση τους πάνω στην νομαδολογία» (σε μια συζήτηση για την «πολεμική μηχανή» ενάντια στον «κρατικό μηχανισμό») πέρα από μια σύντομη αναφορά στον ανθρωπολόγο Pierre Clastres, δεν υπήρχε καμιά απολύτως αναφορά μέσα στο βιβλίο στον αναρχισμό, πόσο μάλλον να προχωρήσουν σε κριτική ανάλυση του έργου οποιουδήποτε αναρχικού.
Έτσι ούτε ο Derrida, ούτε ο Deleuze, ούτε ο Lyotard, ούτε ο Foucault, όλοι τους μάλλον αποστασιοποιημένοι φιλοσοφίζοντες μανδαρίνοι, φαίνεται να έχουν δείξει κάποιο ενδιαφέρον για τα γραπτά του Bakunin, του Reclus, του Kropotkin, η οποιουδήποτε άλλου αναρχικού, πόσο μάλλον να κάνουν κριτική ανάλυση. Ούτε εκφράζουν κάποιο ενδιαφέρον για το έργο του σύγχρονού τους Murray Bookchin. Ακόμη λιγότερο ασχολήθηκαν με το γαλλικό αναρχικό κίνημα, τουλάχιστον με την ριζοσπαστική έννοια. Στο τέλος ο Lyotard κατέληξε να ονειρεύεται διαγαλαξιακά ταξίδια και στήριξε τον δεξιό Giscard d’Estaing στις γαλλικές προεδρικές εκλογές, ενώ ο Foucault κατέληξε απολογητής των αντιδραστικών ισλαμιστών κληρικών την εποχή της Ιρανικής επανάστασης και κατέληξε στο να αποκηρύξει κάθε επιθυμία για μια νέα κοινωνική τάξη.
Ωστόσο, μας έχουν πει πως οι μεταδομιστές (ή μεταμοντερνιστές) έχουν παρουσιάσει μια σημαντική κριτική για τον κοινωνικό ή αναρχισμό της ταξικής πάλης.
Έτσι ας κουβεντιάσουμε αυτή την αποκαλούμενη μεταδομιστική κριτική του αναρχισμού – και με το αναρχισμός οι σύγχρονοι κριτικοί ουσιαστικά εννοούν τον παλιότερο κοινωνικό αναρχισμό των Bakunin, Kropotkin, Goldman, Malatesta, Berkman, και Rocker. Αυτή η κριτική εκφράζεται ιδιαίτερα από διάφορους μελετητές, που όλοι τους έχουν γοητευτεί από τον μεταδομισμό ή το μεταμοντερνισμό.
Αυτή η κριτική λέει τα παρακάτω:
- Πως οι πρώτοι αναρχικοί ήταν απλά μόνο αντικρατιστές, και έτσι απέτυχαν να αναγνωρίσουν ή να αμφισβητήσουν άλλες μορφές εξουσίας και καταπίεσης. Ψευδές!
- Πως οι αναρχικοί έβλεπαν την «εξουσία» μόνο ως καταναγκαστική ή καταπιεστική και αυτό δεν αναγνώριζε πως η «εξουσία» ήταν επίσης «παραγωγική». Ψευδές!
- Πως οι αναρχικοί έχουν μια καρτεσιανή αντίληψη της ανθρώπινης υποκειμενικότητας ή μια «ουσιοκρατική» (essentialist) αντίληψη της ανθρώπινης φύσης την οποία θεωρούσαν σταθερή, αμετάβλητη και ουσιαστικά καλοήθη. Ψευδές!
- Πως οι παλιοί αναρχικοί είχαν εμμονή με την εργατική εξουσία και την ταξική πάλη και έτσι δεν είχαν καμιά οικολογική ευαισθησία. Ψευδές!
- Πως οι αναρχικοί άκριτα αγκάλιασαν το σχέδιο του Διαφωτισμού και έτσι έδωσαν προτεραιότητα στον ορθολογισμό, την πρόοδο, τον ανθρωπισμό, και την επιστήμη, και αδιαφόρησαν για το πολιτισμό, τη ποίηση, τις τέχνες, τα συναισθήματα, και τη φαντασία. Ψευδές!
- Και τέλος, πως οι παλιοί αναρχικοί ήταν «ιδεολογικά» ριζοσπάστες, δηλαδή πως όριζαν αναλυτικά τους σκοπούς και τις ηθικές και πολιτικές αρχές που οδηγούσαν τις πράξεις τους. Αληθές!
Επιτρέψτε μου να πάρω κάθε μια από αυτές τις κριτικές με τη σειρά, εστιάζοντας στον κοινωνικό αναρχισμό του Pyotr Kropotkin, αν πρέπει να ειπωθεί πως είναι λιγότερο κριτικές όσο σοβαρές παραποιήσεις των ριζοσπαστικών ιδεών μιας προηγούμενης γενιάς αναρχικών.
ΑΝΤΙΚΡΑΤΙΣΜΟΣ
Το ότι ο Kropotkin και άλλοι αναρχικοί ήταν μόνο αντικρατιστές θεωρητικοί και ότι απέτυχαν να αναγνωρίσουν ή να αμφισβητήσουν άλλες μορφές εξουσίας και καταπίεση, είναι πολύ κοντά στο να είναι μια μάλλον ανόητη κατηγορία. Έχει εκφραστεί από μεγάλο αριθμό ριζοσπαστών ακαδημαϊκών που αντιτίθενται στον αναρχισμό της ταξικής πάλης, τυπικά παραδείγματα είναι ο John Moore, η L. Susan Brown, και ο Saul Newman. Αν και παραποιεί την κριτική του ίδιου του Kropotkin για την εξουσία, μοιάζει να ικανοποιεί μελετητές που επιθυμούν να προωθήσουν τη δική τους πρωτοτυπία. Για παράδειγμα, ο Kropotkin μιλούσε για μια «μαξιμαλιστική» (γιάχ!) κριτική της εξουσίας πολύ πριν τον John Moore, δίχως να καταφύγει ποτέ στο αστικό πλαίσιο του Moore για ένα αισθητικό «εγώ» σε «πόλεμο» (τουλάχιστον!) με την κοινωνία.
Αρχικά, ο Kropotkin δεν ήταν μόνο αντικαπιταλιστής, αλλά ήταν απέναντι σε κάθε μορφή οικονομικής εκμετάλλευσης – είτε στα ορυχεία αλατιού στη Σιβηρία, τα καπιταλιστικά εργοστάσια, ή σε σχέση με τη ρωσική δουλοπαροικία. Επίσης αναγνώρισε πως σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής και, όπως αναγνώρισε ο Richard Day, ο Kropotkin, πολύ πριν τον Habermas, το Foucault, και το Mario Tronti, είχε εκφράσει την «θεωρία του εποικισμού», πως το κράτος αρπάζει, καταλαμβάνει, εποικίζει τις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις και τις βάζει να λειτουργήσουν στο όνομα της δικής του εξουσίας. Όπως το είχε θέσει ο ίδιος ο Kropotkin, «σήμερα το κράτος αναλαμβάνει όλο και περισσότερο το να παρεμβαίνει σε κάθε πεδίο των ζωών μας». Έτσι το σύγχρονο κράτος εισβάλει όλο και περισσότερο σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής, αναλαμβάνοντας λειτουργίες – εκπαίδευση, υγεία, κοινωνική πρόνοια, ξεκούραση, αναψυχή – που πρωτύτερα οργανώνονταν μέσα από εθελοντικές συνεργασίες και τοπικές κοινότητες. Ο Kropotkin, φυσικά, επέκρινε και αμφισβήτησε όλες αυτές τις εισβολές της κρατικής εξουσίας.
Πολύ πριν τον Foucault, ο Kropotkin επίσης έκανε διάκριση μεταξύ κράτους και κυβέρνησης. Το κράτος συνεπάγονταν την συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια μιας πολιτικής ελίτ, τον έλεγχο μιας συγκεκριμένης περιοχής, και κυριαρχία μέσω του κρατικού μηχανισμού – στρατός, αστυνομία, και τους διοικητικούς και νομικούς λειτουργούς. Αντίθετα, η κυβέρνηση ήταν μια πιο γενική ιδέα, αντικατοπτρίζοντας τις μορφές και τους μηχανισμούς εξουσίας που εμπλέκονταν στην διαχείριση και αστυνόμευση της εργατικής τάξης. Όπως και ο Foucault, ο Kropotkin τόνιζε πάντοτε πως το σύγχρονο κράτος, συμπεριλαμβανόμενων των ευρέως διαδεδομένων «μηχανισμών» εξουσίας, έπαιζε σημαντικό ρόλο στην στήριξη της καπιταλιστικής ηγεμονίας.
Ο Kropotkin επίσης ήταν έντονα αντίθετος στην κρατική εκπαίδευση και το σύστημα των φυλακών. Ωστόσο, αντίθετα από τον Foucault και τον Deleuze, ο Kropotkin ενδιαφέρονταν όχι απλά για την «μεταρρύθμιση» των φυλακών αλλά για την πλήρη κατάργηση τους. Για τον Kropotkin, οι φυλακές ήταν απλά «ξεπερασμένες».
Εξίσου σημαντικό, ο Kropotkin ήταν κριτικός απέναντι σε όλες τις μορφές της κοινωνικής εξουσίας και ιδεολογιών – οικονομικών, πολιτικών, θρησκευτικών – που περιόριζαν την ελευθερία του ατόμου. Ήταν έτσι κριτικός απέναντι σε όλες τις θρησκευτικές ιδεολογίες – τονίζοντας τη στενή σχέση που υπήρχε πάντοτε μεταξύ του πνευματισμού και της πολιτικής ηγεμονίας – είτε περιλάμβανε τον σαμάνο της φυλής ή θρησκευτικούς θεσμούς όπως η Καθολική Εκκλησία. Όπως και ο Marx, ήταν κριτικός απέναντι στη φιλελεύθερη οικονομική θεωρία και τον ατομικισμό του Stirner, τονίζοντας την ιδεολογική τους λειτουργία, όπως και ήταν αντίθετος στον Κοινωνικό Δαρβινισμό που ήταν δημοφιλής στο τέλος του 19ου αιώνα.
Έτσι ο Kropotkin δεν έβλεπε αφελώς το κράτος ως την «ρίζα κάθε κακού», όπως υποθέτει η Susan Brown, αλλά ήταν απέναντι σε κάθε καταναγκαστική εξουσία και αυθεντία. Ήταν έτσι κριτικός απέναντι και στην ιδιωτική ιδιοκτησία και το μισθωτό σύστημα εργασίας – που περιέγραφε ως «μισθωτή σκλαβιά» – και σε κάθε μορφή θρησκευτικής εξουσίας, όχι μόνο του κράτους.
Είναι περιττό να ειπωθεί, ότι ο Kropotkin ήταν μέλος της Διεθνούς Ένωσης Εργατών (IWA), και όπως ο Bakunin, ήταν ιδιαίτερα κριτικός απέναντι στην κομματική δικτατορία του Marx και τις ιεραρχικές σχέσεις που αναπτύσσονταν μέσα στο ίδιο το σοσιαλιστικό κίνημα. Πολύ πριν τους αυτόνομους μαρξιστές ο Kropotkin επέκρινε την ιδέα του κόμματος πρωτοπορίας, ή την διακυβέρνηση από πεφωτισμένους διανοούμενους.
Όπως πολλοί από τους σύγχρονούς του τον 19ο αιώνα ο Kropotkin δεν διέθετε μια έμφυλη οπτική, αλλά ήταν ξεκάθαρο από το διάλογο του με τον Bakunin στα Απομνημονεύματα του πως και εκείνος και ο Bakunin ήταν αντίθετοι σε κάθε μορφή έμφυλης ανισότητας. Ο Kropotkin επίσης ήταν ιδιαίτερα κριτικός απέναντι σε πολλές θρησκευτικές κοινότητες, που αισθάνονταν πως έκαναν τις γυναίκες «σκλάβες» της κοινότητας, μειώνοντας τες στο ρόλο οικιακών υπηρετριών.
Το να αντιμετωπίζεις τον Kropotkin (και άλλους κοινωνικούς αναρχικούς) απλά ως αφελείς αντικρατιστές, ή ότι αντιλαμβάνονταν την «εξουσία» ως κάτι που υπήρχε μόνο μέσα στο κράτος, είναι έτσι ιδιαίτερα παραπλανητικό. Για τον Kropotkin ήταν σημαντικό όχι μόνο όλες οι εκφράσεις και τεχνικές της πολιτικής εξουσίας, αλλά όλες οι ιδεολογίες, σχέσεις και θεσμοί που περιόριζαν ή ανέστελλαν την αυτονομία και την προσωπική εξέλιξη – το υπαρξιακό άτομο της Brown ουσιαστικά! Αντίθετα από την Brown όμως, ο Kropotkin, ως αναρχικός κομμουνιστής, αναγνώρισε και τόνισε πως ο «πραγματικός» ατομικισμός μπορεί να εκφραστεί και να επιτευχθεί μόνο μέσα σε μια κοινωνία ελεύθερη από όλες τις ηγεμονικές δομές – μια κοινωνία την οποία περιέγραψε ως «ελεύθερο κομμουνισμό».
Μπορούμε έτσι να συμπεράνουμε πως είναι εντελώς εσφαλμένο να υποβαθμίζουμε τον Kropotkin ως απλά «αντικρατιστή», γιατί βασίζονταν σταθερά στην παράδοση του κοινωνικού αναρχισμού που εξέφραζε αντίθεση ή άρνηση όλων των ιεραρχικών σχέσεων εξουσίας – πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών, και πολιτισμικών. Ήταν έτσι κριτικός απέναντι σε κάθε μορφή κυριαρχίας, επικυριαρχίας, αντιπροσώπευσης, και ιεραρχίας. Θα συμφωνούσε με τον Rudolf Rocker πως «κοινό σε όλους του (κοινωνικούς) αναρχικούς είναι η επιθυμία να απελευθερώσουν την κοινωνία από κάθε πολιτικό και κοινωνικό καταναγκαστικό θεσμό που είναι εμπόδιο στην ανάπτυξη μιας ελεύθερης κοινωνίας».
Η ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Η δεύτερη κριτική, δηλαδή πως ο Kropotkin και άλλοι «παλιοί» αναρχικοί απέτυχαν να δουν πως η «εξουσία» είναι «παραγωγική» και όχι απλά καταπιεστική, είναι επίσης περιπλανημένη.
Τα διακόσια τελευταία χρόνια κοινωνικοί επιστήμονες, πολιτικοί θεωρητικοί, και αναρχικοί έχουν δει πως καμιά ηγεμονική εξουσία ή πολιτικός κυβερνήτης, ακόμη και ο πιο αιμοσταγής τύραννος, δεν κυβερνά μόνο με μεθόδους καταστολής και εξαναγκασμού. Αυτό εντοπίστηκε πολύ πριν ο Foucault μπει στην ακαδημαϊκή σκηνή, όπως και η στενή σχέση μεταξύ γνώσης και εξουσίας. Έτσι η «εξουσία» ήταν πάντοτε «παραγωγική» και σε όλη την διάρκεια της ιστορίας υπήρξε μια συμβιωτική σχέση μεταξύ της πολιτικής κυριαρχίας και των θρησκευτικών ιδεολογιών. Η βιοεξουσία δεν είναι κάτι καινούριο! Έτσι αναρχικοί όπως ο Kropotkin, δεν ήταν τόσο ανόητοι ώστε να μην αναγνωρίσουν πως η «εξουσία» (με την έννοια του pouvoir, «εξουσία πάνω σε» που υπήρχε σε κοινωνικούς θεσμούς αντίθετα με την puissance, δυνατότητα ή δημιουργική εξουσία. Είναι «παραγωγική» στο ότι παράγει φυλακές, προπαγάνδα, πειθαρχημένα υποκείμενα, νόμους ιδεολογίες, φεστιβάλ, και μορφές γνώσης, όπως και, φυσικά μορφές αντίστασης. Για τον Kropotkin όμως, όπως και για τον Foucault, αυτή η «παραγωγικότητα» δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως κάτι ευεργετικό ή που συμβάλει στην ανθρώπινη ευημερία. Το αντίθετο μάλιστα: ουσιαστικά αναφέρεται σε τεχνικές κοινωνικού ελέγχου και κοινωνικής ρύθμισης που επιτυγχάνεται μέσω μη εξαναγκαστικών μέσων. Ο Kropotkin ήταν, φυσικά, επικριτικός ως προς αυτές τις μορφές εξουσίας, και αντίθετα ήταν υπέρ της εξουσίας που εκφράζεται στην άμεση δράση και στην δημιουργία – την «παραγωγή» – νέων και εναλλακτικών μορφών κοινωνικής συνεργασίας μέσα από εθελοντικές συνεργασίες και αμοιβαία βοήθεια. Η εξουσία, όπως την είπε ο Bakunin, μπορεί να είναι εξίσου ευεργετική όσο και επιζήμια: «Είναι ευεργετική όταν συμβάλει στην ανάπτυξη της γνώσης, της υλικής ευημερίας, της ελευθερίας, της ισότητας, και της αδελφικής αλληλεγγύης, και επιζήμια όταν έχει τις αντίθετες τάσεις».
Η αντίληψη πως ο Kropotkin και οι πρώιμοι αναρχικοί έβλεπαν την εξουσία μόνο ως καταπιεστική και εξαναγκαστική είναι έτσι εντελώς λάθος.
ΟΥΣΙΟΚΡΑΤΙΑ
Μια από τις πιο κοινότοπες, παραπλανητικές και συχνά επαναλαμβανόμενες κριτικές που ασκούνται στους αναρχικούς της ταξικής πάλης, όπως ο Kropotkin είναι πως έχουν μια ουσιοκρατική αντίληψη του ανθρώπινου υποκειμένου.
Όλοι σε ολόκληρο το κόσμο, και σε όλες τους πολιτισμούς, εκφράζουν στις σκέψεις και δράσεις κάποια μορφή αντίληψη της ανθρώπινης φύσης, και ακαδημαϊκοί φιλόσοφοι, στιρνερικοί εγωιστές και νιτσεϊκοί αισθητικοί, δεν αποτελούν καμιά εξαίρεση. Ωστόσο, στην κριτική τους στον Kropotkin και άλλων αναρχικών για ουσιοκρατική αντίληψη της ανθρώπινης φύσης, η συνέπεια είναι διπλή: είτε αυτοί – οι αναρχικοί – θεωρούν πως το ανθρώπινο ον έχει μια σταθερή, αμετάβλητη, καλοήθη μεταφυσική ουσία, ή πως εκφράζουν μια καρτεσιανή αντίληψη της ανθρώπινης υποκειμενικότητας.
Μου φαίνεται πως τέτοιοι μεταμοντερνιστές παραποιούν τις απόψεις που εκφράζονται από τον Kropotkin και άλλους αναρχικούς πάνω στην ανθρώπινη υποκειμενικότητα.
Αρχικά, αντίθετα με τους μεταδομιστές κατήγορους του, ο Kropotkin (όπως και ο Elisée Reclus) ήταν εξελικτικός στοχαστής, και έτσι αναγνώριζε πως οι άνθρωποι ως είδος είναι το προϊόν μιας μακράς εξελικτικής ιστορίας και ανάπτυξης. Η κοινωνικότητα τους έτσι δεν είναι κάποια μεταφυσική ουσία – όπως λέει ο Newman – αλλά ένα προϊόν εξέλιξης. Ο Kropotkin επίσης αναγνώρισε, όπως και ο Marx και Bakunin πριν από αυτόν, πως τα ανθρώπινα όντα ήταν κοινωνικά όντα, όχι καρτεσιανοί ορθολογικοί νομάδες, ούτε το «αφηρημένο» άτομο της αστικής ιδεολογίας – το ακοινωνικό, κτητικό, πεινασμένο για δύναμη άτομο της χομπσιανής θεωρίας. Οι Marx, Bakunin και Kropotkin, όλοι στάθηκαν κριτικά – πραγματικά χλεύασαν – αυτές τις «αφηρημένες» αντιλήψεις του ανθρώπινου ατόμου πολύ πριν τον Lacan και τους μεταδομιστές.
Όταν για παράδειγμα, ο Marx (και ο Engels) στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο καλούσε όλους τους εργάτες, όλου του κόσμου να ενωθούν, αυτό ήταν επειδή αναγνώριζε πως όλοι οι εργάτες είχαν πολλαπλές ταυτότητες – με όρους φύλου, φυλής, εθνικότητας, και απασχόλησης, και πως ο «άνθρωπος» της αστικής θεωρίας δεν υπήρχε πραγματικά, πως ήταν μια αφηρημένη έννοια, πως υπήρχε μόνο «στα ομιχλώδη βασίλεια της φιλοσοφικής φαντασίας». Για αυτό στα πρώιμα κείμενά του ο Marx όριζε το ανθρώπινο άτομο ως «ένα σύνολο κοινωνικών σχέσεων».
Οι άνθρωποι είναι κοινωνικά όντα, όχι αποκομμένα λογικά εγώ ή «αφηρημένα» (αστικά) ακοινωνικά άτομα, και έτσι αναγνωρίζονταν ξεκάθαρα και από τον Bakunin και από τον Kropotkin, όπως και από γενιές κοινωνικών επιστημόνων και αναρχικών, τουλάχιστον από την εποχή του Marx.
Αυτό που συνέβη ήταν πως στα 1970 – απέναντι στον υπαρξισμό του Sartre και την φαινομενολογία του Husserl – οι Γάλλοι ακαδημαϊκοί φιλόσοφοι ανακάλυψαν ξαφνικά οι ίδιοι αυτό που ήταν κοινή γνώση μεταξύ των κοινωνικών επιστημόνων για περισσότερο από ένα αιώνα. Δηλαδή, πως τα ανθρώπινα όντα είναι κοινωνικά όντα, όχι καρτεσιανοί νομάδες, και πως η ταυτότητα του ίδιου – η προσωπικότητα – σε όλες τις ανθρώπινες κουλτούρες είναι περίπλοκη, ενσαρκωμένη, μεταβαλλόμενη, συσχετιστική, και περιλαμβάνει πολλαπλές ταυτότητες.
Έτσι, πρέπει να ειπωθεί, οι κοινωνιοβιολόγοι, οι εξελικτικοί ψυχολόγοι, οι συμπεριφοριστές, οι στιρνερικοί εγωιστές, οι πολιτιστικοί αισθητικοί όπως ο Hakim Bey και ο John Moore, και ακόμη και μεταδομιστές φιλόσοφοι όπως ο Foucault και ο Deleuze, είναι πιο επιρρεπείς σε ουσιοκρατική σκέψη από ότι υπήρξε ποτέ ο Kropotkin.
Πράγματι, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί πως ο Kropotkin έλεγε πως η αντίληψη ενός «αφηρημένου» ακοινωνικού ατόμου – είτε ο καρτεσιανός ορθολογικός νομάς είτε το χομπσιανό (στιρνερικό) κτητικό άτομο – ήταν μια πρόσφατη σύλληψη στην ανθρώπινη ιστορία. Ήταν, πίστευε, απόλυτα συνδεδεμένο με την εμφάνιση του καπιταλισμού, για την αντιμετώπιση της ανθρώπινης εργασίας ως εμπορεύματος. Ήταν έτσι εντελώς απών από την πρωτόγονη κοινωνία. Οι πρωτόγονοι άνθρωποι είχαν κοινωνικοκεντρική αντίληψη του ανθρώπινου υποκειμένου· δηλαδή, μια μη ουσιοκρατική αντίληψη της ανθρώπινης φύσης.
Εξίσου ενδιαφέρον είναι πως τόσο ο Foucault και ο Moore φαίνεται να εκφράζουν μια μάλλον χομπσιανή (δηλαδή, μια ουσιοκρατική) αντίληψη του ανθρώπινου ατόμου, αντιμετωπίζοντας τις διαπροσωπικές σχέσεις σαν να σημαίνουν «πόλεμο» – έναν εγγενή πόλεμο «όλοι εναντίων όλων», πως από φυσικού, «όλοι πολεμάμε μεταξύ μας» όπως είπε ο Foucault. Κανένας δεν φαίνεται να έχει διαβάσει το Αλληλοβοήθεια του Kropotkin.
Επίσης είναι σημαντικό να σημειωθεί πως ο Kropotkin δεν πίστευε πως το άτομο διέθετε κάποια καλοήθη, μεταφυσική ουσία – ήταν κριτικός απέναντι στον Rousseau όπως ήταν και στον Hobbes – ή ως συνήθως απόλυτα διαχωρισμένο από τις κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις. Έτσι με το να επιρρίπτει στον κοινωνικό αναρχισμό μια «μανιχαϊκή λογική», δηλαδή, μια απόλυτη διχοτόμηση μεταξύ καλού και κακού, ο Newman παρουσιάζει μια προκατειλημμένη και ιδιαίτερα παραπλανητική εικόνα της αντίληψης του Kropotkin για την ανθρώπινη υποκειμενικότητα, τέτοια – υποτίθεται – που αφήνει να εννοηθεί μια «ουσιοκρατική ταυτότητα». Αυτή η ουσιοκρατική ταυτότητα είναι σε γενικές γραμμές αποκύημα της φαντασίας του ίδιου του Newman. Γιατί όχι μόνο εξαρτάται στην σύγχυση μεταξύ διαφορετικών διακριτών αντιλήψεων του ανθρώπινου ατόμου, αλλά έχει ελάχιστη σχέση με την ίδια την ταυτότητα του ίδιου του Kropotkin ως κοινωνικού όντος ή της αντίληψης του για την ανθρώπινη φύση. Στην πράξη ο «νέος» (στιρνερικός) αναρχισμός του John Mooreαντιπροσωπεύει, πολύ περισσότερο από τον κοινωνικό αναρχισμό, μια «μανιχαϊκή λογική». Γιατί φαίνεται μην βλέπει τίποτα μεταξύ της «εξουσίας» – ως απόλυτη μεταφυσική αφηρημένη έννοια που είναι εντελώς αρνητική – και το ανθρώπινο ον ερμηνεύεται, ακολουθώντας τον Stirner και τον Nietzsche, ως ένα απομονωμένο, ακοινωνικό εγώ, ανυπόμονο να επιβάλλει την εξουσία του με ποιητική εξέγερση.
ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ
Οι πρώιμοι κοινωνικοί αναρχικοί, έχοντας εμμονή με τον εργατικό έλεγχο και την ταξική πάλη, αγνοούσαν, μας λένε, τα περιβαλλοντικά ζητήματα. Αντίθετα, ένα καίριο χαρακτηριστικό του «νέου αναρχισμού» είναι μια οικολογική ευαισθησία.
Δυο σημεία πρέπει να τονιστούν. Πρώτα, πρέπει να είναι δύσκολο να βρεις οποιοδήποτε αυτές τις ημέρες, όποια και αν είναι η πολιτική τους, που δεν ισχυρίζεται ότι είναι «πράσινος» και αφοσιωμένος στην «σωτηρία» του πλανήτη γη. Δεύτερο, πολλοί από τους αποκαλούμενους μεταδομιστές αναρχικούς – για παράδειγμα, Derrida, Baudrillard, Lyotard, και Foucault – με δυσκολία μπορούν να περιγραφούν ως οικολογικοί στοχαστές, επειδή ο αντιρεαλισμός τους πρακτικά συνθλίβει το φυσικό κόσμο.
Φυσικά όμως, αυτή η κριτική αγνοεί το γεγονός πως οι δύο βασικές προσωπικότητες στην δημιουργία του αναρχισμού της ταξικής πάλης – Elisée Reclus και ο Kropotkin – ήταν και οι δυο πρωτοπόροι στην δημιουργία μιας οικολογικής κοσμοθεωρίας. Και οι δύο στοχαστές ήταν σημαντικοί αναρχικοί γεωγράφοι, και οι δυο ανέπτυξαν μια μεταφυσική που εντελώς υπονόμευαν την διπλή υπόσταση, τον ανθρωποκεντρισμό και την αιτιοκρατία της καρτεσιανής μηχανιστικής κοσμοθεωρίας. Αυτό έγινε πολύ πριν την περιβαλλοντική φιλοσοφία (Zimmerman, Callicott), την βαθιά οικολογία (Naess), την κβαντική φυσική και τη θεωρία συστημάτων (Bateson, Capra), και τον οικοφεμινισμό (Spretnak). Αυτό που ο Kropotkin (και ο Reclus) αναγνώρισαν και επιβεβαίωσαν ήταν τα παρακάτω: πως οι άνθρωποι δεν ήταν τα ιδιαίτερα προϊόντα της δημιουργίας του θεού αλλά εξελίχθηκαν σύμφωνα με τις αρχές που ίσχυαν σε ολόκληρη τη φύση· και αυτή η ανοιχτότητα, τυχαιότητα, δημιουργικότητα, και η ικανότητα και ατομικότητα όλων των ζωντανών πλασμάτων ήταν αναπόσπαστες πτυχές της εξελικτικής διαδικασίας. Τέλος ο Kropotkin και ο Reclus πρότειναν ένα τρόπο κατανόησης που ήταν νατουραλιστικός και ιστορικός (όχι στατικός και πνευματικός). Έτσι η ανθρώπινη αντίληψη και γνώση περιλάμβανε τόσο τον κριτικό λόγο όσο και την εμπειρική παρατήρηση και πείραμα.
Έτσι με διάφορους τρόπους, όπως είπε ο Graham Purchase, ο Kropotkin διατύπωσε σε εμβρυϊκή μορφή σημαντικές ιδέες που βρίσκουν απήχηση στη σημερινή θεωρία του χάους και την εξελικτική βιολογία. Ο Κροποτκιν, όπως και ο Reclus, τόνιζε τη σημασία της αυτοοργάνωσης, την πολυπλοκότητα, και την ιδέα πως η «τάξη» δεν είναι απαραίτητα κάτι που επιβάλλεται εξωτερικά, αλλά είναι εσωτερική και εμφανίζεται αυθόρμητα. Εξίσου σημαντικό φυσικά, είναι πως η αποδοχή από την πλευρά του Kropotkin της εξελικτικής θεωρίας του Darwin, σήμαινε πως εγκατέλειψε αυτό που ο Ernst Mayr περιέγραψε ως τυπολογική ή ουσιοκρατική σκέψη. Όλα αυτά αγνοούνται από τους πρόσφατους κατήγορους του Kropotkin.
Η απόρριψη του Kropotkin ως χοντροκομμένου θετικιστή ή ως καρτεσιανό ορθολογιστή – με δυσκολία θα μπορούσε να είναι και τα δύο! – έτσι δείχνει μια οδυνηρή παρανόηση της μεταφυσικής του Kropotkin (και του Reclus) για την φύση.
Αντίθετα από πολλούς «νέους αναρχικούς», ο Kropotkin (και ο Reclus) δεν βλέπουν καμιά διχοτόμηση, πόσο μάλλον μια αντίθεση, μεταξύ του «πράσινου» αναρχισμού, το ενδιαφέρον για το περιβάλλον και τα «δικαιώματα» της φύσης, και τον αναρχισμό της ταξικής πάλης και το ενδιαφέρον για τα ταξικά ζητήματα και την κοινωνική δικαιοσύνη. Στη πράξη, εξελίσσοντας την παράδοση του κοινωνικού αναρχισμού ο Murray Bookchin αργότερα επιβεβαίωσε με πειστικότητα το γεγονός πως υπήρχε ένας εσωτερικός δεσμός μεταξύ της κυριαρχίας των ανθρώπων και της κυριαρχίας της φύσης.
Ο Kropotkin συχνά απορρίπτεται από τους μαρξιστές ως ουτοπιστής ονειροπόλος. Φυσικά δεν ήταν κάτι τέτοιο· και στο Αγροί, εργοστάσια, εργαστήρια (1899) – το οποίο ο Colin Ward περιέγραψε ως ένα από τα προφητικά βιβλία του 19ου αιώνα – ο Kropotkin περιέγραψε μια μορφή κοινωνικής οικονομίας η οποία τόνιζε την παραγωγικότητα μιας μικρής κλίμακας αποκεντρωμένης βιομηχανίας, την σημασία της καλλιέργειας, και την ανάγκη να ενσωματωθεί η γεωργία και η μεταποίηση σε μια αποκεντρωμένη οικονομία. κάνοντάς το αυτό, ο Kropotkin πρόσφερε σημαντικές κριτικές για το σύστημα εργοστασίων, την παραγωγή ασήμαντων αγαθών και την μεγάλης κλίμακας καπιταλιστική γεωργία. Αποτέλεσε έτσι έμπνευση τόσο για τον κοινωνικό οικολόγο Lewis Mumford – στη κριτική του για την μεγα-μηχανή -και τον Colin Ward, του οποίου ο οικολογικός αναρχισμός τόνιζε την «αναρχία στην πράξη».
Έχει επίσης σημασία να τονιστεί πως ο Kropotkin, στην Αλληλοβοήθεια, επέκρινε τον υπερδαρβινισμό που προωθούνταν από τον Thomas Huxley και τον Herbert Spencer. Αυτή η θεωρία τόνιζε πως η φύση πάντοτε περιλάμβανε ανταγωνιστική πάλη και την «επιβίωση του ισχυρότερου» – πως η φύση ήταν «κόκκινη σε δόντια και νύχια». Αντίθετα, ο Kropotkin έλεγε πως σε όλο τον φυσικό κόσμο, και σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, η αμοιβαία βοήθεια και συνεργασία ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στην εξέλιξη. Αυτός ο υπερδαρβινισμός είναι ακόμη μια σημαντική τάση στην σύγχρονη βιολογία, ιδιαίτερα μεταξύ βιολόγων όπως ο Edward Wilson και ο Richard Dawkins.
Έτσι δεν υπάρχει κάποια ένδειξη πουθενά πως οι πρώιμοι αναρχικοί στερούνταν οικολογικής προοπτικής – τουλάχιστον σε σχέση με τους πρώιμους κοινωνικούς αναρχικούς ή ελευθεριακούς σοσιαλιστές όπως ο Kropotkin, ο Elisée Reclus, ο Edward Carpenter, και ο Gustav Landauer.
Ο ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ
Είναι κοινό χόμπι μεταξύ πολλών μεταμοντέρνων ακαδημαϊκών (όπως και μεταξύ των «νέων αναρχικών») να εκφράζουν μια ολική απόρριψη της παράδοσης του Διαφωτισμού. Πράγματι το να θέτεις ως υπόλογο το Διαφωτισμό ή την λογική ως υπεύθυνους για τους πολιτικούς τρόμους του 20ου αιώνα, αντί να ασχολείσε με τους πραγματικούς παράγοντες, δηλαδή τις διακρατικές συγκρούσεις, τη φασιστική ιδεολογία, και τις πραγματικότητες ενός επεκτεινόμενου καπιταλισμού, είναι σαν να κατηγορείς τον Ιησού για την Ιερά Εξέταση και εξίσου λαθεμένο.
Σε πολλά σημεία ο Kropotkin, όπως και ο Marx, βασίζονταν στέρεα πάνω στις παραδόσεις του Διαφωτισμού, ο οποίος δεν ήταν φυσικά ένα καθαρά γαλλικό φαινόμενο. Έτσι απορρίφθηκε από τους «μεταμοντέρνους» αναρχικούς ως «ορθολογιστής» του Διαφωτισμού, ή ως «ουμανιστής», ή ακόμη και ως «μοντερνιστής». Φυσικά ο Kropotkin αποδέχονταν πολλές από τις ριζοσπαστικές πτυχές της παράδοσης του Διαφωτισμού· την διασφάλιση οικουμενικών αξιών όπως ατομική ελευθερία, ισότητα, και αδελφότητα· την προώθηση μιας κοσμοπολίτικης αντίληψης· την έμφαση στη σημασία της ελεύθερης έρευνας, της κοσμικότητας, και της θρησκευτικής ανοχής· την στήριξη του κριτικού λόγου και του επιστημονικού υλισμού και έτσι την απόρριψη της γνώσης που βασίζεται στην μυστικιστική διαίσθηση, την θεία αποκάλυψη, και το θρησκευτικό δόγμα· και τέλος, σεβασμό για τις εφαρμοσμένες τέχνες και την εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης και τεχνολογίας. Υπό την έννοια αυτή ο Kropotkin αγκάλιασε τον «μοντερνισμό» απέναντι στην πολιτική και θρησκευτική απολυτότητα και την αυθεντία της παράδοσης και της θεολογίας.
Είναι όμως εξίσου σημαντικό να αναγνωρίσουμε πως ο Kropotkin απέρριψε πολλές από τις πτυχές της παράδοσης του Διαφωτισμού (ή «μοντερνισμού»). Απέρριψε για παράδειγμα, όχι μόνο το απολυταρχικό κράτος αλλά και το δημοκρατικό κράτος και την όλη ιδέα της αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης. Εξίσου σημαντικό, ο Kropotkin απέρριψε τον καπιταλισμό και την οικονομία της αγοράς, και ήταν ιδιαίτερα επικριτικός ως προς την «ιδιωτική ιδιοκτησία», μια βασική ιδέα φιλελεύθερων του Διαφωτισμού όπως ο Locke. Ο Kropotkin επίσης απέρριψε την μεταφυσική του Διαφωτισμού με την μηχανιστική του αντίληψη για τη φύση, το ριζοσπαστικό δυϊσμό του και την ουσιοκρατική αντίληψη του περί του ανθρώπινου υποκειμένου, είτε ως ορθολογικού νομά (Descartes) ή ως ενός αφηρημένου ακοινωνικού ατόμου (Hobbes, Stirner). Όπως σημειώθηκε παραπάνω, ο Kropotkin αναγνώρισε πως η εξελικτική θεωρία και η πρόοδος στις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες στο τέλος του 19ου αιώνα είχαν υποσκάψει πλήρως την μηχανιστική φιλοσοφία του Διαφωτισμού. Έτσι κατέληξε στο να αναγνωρίσει μια «νέα φιλοσοφία» – που μπορεί να περιγραφεί ως εξελικτικός ολισμός.
Ο Kropotkin επίσης ήταν κριτικός απέναντι στις ηθικές φιλοσοφίες που σχετίζονταν με τον Διαφωτισμό, τόσο την ορθολογιστική ηθική του Kant (δεοντολογία) όσο και τον ωφελιμισμό του John Stuart Mill και του Jeremy Bentham. Ο Kropotkin έτσι προωθούσε έναν ηθικό νατουραλισμό που περιείχε μια «προκαθορισμένη ηθική», μια σύνδεση μέσου και σκοπού, όπως την περιγράφει ο Benjamin Franks, χωρίς ποτέ να διερευνήσει την ηθική θεωρία του ίδιου του Kropotkin. Αυτή, φυσικά, υποβάθμιζε τον δυϊσμό γεγονός/αξία που πίστευαν στοχαστές του Διαφωτισμού όπως ο David Humme, και οι ύστεροι θετικιστές.
Το να περιγράφεται ο Kropotkin (και άλλοι φυσικά αναρχικοί της ταξικής πάλης) ως «μοντερνιστές» είναι λοιπόν ιδιαίτερα λάθος. Από πολλές πλευρές ήταν «αντιμοντερνιστής».
Ο Kropotkin αποδέχτηκε την ιδέα του «λόγου» για να υπονομεύσει την απολυτότητα, και για να επαναβεβαιώσει την σπουδαία σημασία της ανθρώπινης ικανότητας και της κοινωνικής ελευθερίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως ο Kropotkin ή στοχαστές του Διαφωτισμού όπως ο Humme, ο Diderot, και ο Adam Smith δεν τόνιζαν εξίσου την σημασία άλλων ανθρώπινων ικανοτήτων όπως η διαίσθηση, τα συναισθήματα (πάθη) και η φαντασία. Ακολουθώντας τον Smith, ο Kropotkin είπε πως η οι ηθικές μας αντιλήψεις είναι το προϊόν τόσο των συναισθημάτων μας όσο και της λογικής μας, και έχουν εξελιχθεί με φυσικό τρόπο μέσα στη ζωή των ανθρώπινων κοινωνιών. Ιδιαίτερα σημαντικά για τον Kropotkin ήταν τα συναισθήματα συμπάθειας και αλληλεγγύης, κανένα από τα οποία δεν είναι μοναδικά στους ανθρώπους, καθώς υπάρχουν μεταξύ όλων των κοινωνικών ζώων.
Επειδή ο Kropotkin τόνιζε ιδιαίτερα τον κριτικό λόγο και την εμπειρική επιστήμη, αυτό δεν σημαίνει πως αγνοούσε ή υποτιμούσε άλλες πτυχές της της ανθρώπινης ζωής και του πολιτισμού. Πολύ συχνά, όπως και η Emma Goldman, ο Kropotkin έδινε διαλέξεις πάνω στη λογοτεχνία, και ήταν ιδιαίτερα καλός γνώστης της ρωσικής λογοτεχνίας και δραματουργίας. Στην πραγματικότητα, στην Αγγλία ο Kropotkin ήταν ιδιαίτερα σεβαστός μεταξύ των λογοτεχνικών κύκλων, και ο Oscar Wilde, o Robert Shaw, και ο William Rossetti ήταν μεταξύ των φίλων και των θαυμαστών του (βλέπε την εισαγωγή του George Woodcock στον Kropotkin το 1905).
Ο Kropotkin και άλλοι αναρχικοί της ταξικής πάλης συχνά απορρίπτονται ως «ουμανιστές» (οι «ορθολογιστές») του Διαφωτισμού – και οι όροι χρησιμοποιούνται με τον πιο αρνητικό και περιφρονητικό τρόπο. Αν κάποιος με τον ουμανισμό (ή ορθολογισμό) εννοεί την πίστη στην ικανότητα των ίδιων των ανθρώπων, μέσα από το λόγο και τη φαντασία τους, να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, και έτσι η απόρριψη κάθε πνευματιστικής ή θρησκευτικής μεταφυσικής, μαζί με την επιβεβαίωση οικουμενικών αξιών όπως η αλληλεγγύη και η ελευθερία, ανοχή, συμπόνοια, και ισότητα, όπου αυτές οι αξίες είναι σχετικές με τον άνθρωπο και δεν προέρχονται από κάποια θεϊκή πηγή, τότε ο Kropotkin και οι άλλοι αναρχικοί της ταξικής πάλης ήταν φανατικοί ανθρωπιστές και ορθολογιστές.
Αν, ωστόσο, κάποιος με τον όρο «ουμανισμός» κάποιος εννοεί την ιδέα πως το ανθρώπινο είδος είναι κατά κάποιο τρόπο θεϊκό όν, που υπονοεί μια καρτεσιανή αντίληψη της ανθρώπινης υποκειμενικότητα, και που επίσης συνεπάγεται μια βακονιανή (ή φαουστιανή) ηθική που επικυρώνει την ανθρώπινη κυριαρχία πάνω στη φύση με τα μέσα της τεχνολογικής κυριαρχίας, τότε, απολύτως βέβαια, ο Kropotkin δεν ήταν ουμανιστής. Ούτε ήταν ορθολογιστής φιλόσοφος, γιατί όπως και ο Darwin τόνιζε την σημασία της εμπειρικής γνώσης.
Είναι λοιπόν, απογοητευτικό να παρατηρείς τους «νέους» ή μεταμοντέρνους αναρχικούς να ενώνονται με θρησκευτικούς μυστικιστές και απολογητές της θρησκείας, στο να εξισώνουν τον ουμανισμό (και την επιστήμη) με τον ανθρωποκεντρισμό και την ηθική της κυριαρχίας.
Αν και ο Krpotkin ζούσε σε μια εποχή όταν ο «μύθος της προόδου» ήταν το κυρίαρχο μοτίβο, οι αναρχικοί, όπως ο Elisée Reclus, είχαν μια πιο λεπτή, περιεκτική και ολιστική αντίληψη της ανθρώπινης φύσης. Δεν έβλεπε την ιστορία ως το χρονικό μιας αέναης προόδου, ούτε, όπως οι αναρχοπριμιτιβιστές, ως ένα χρονικό πολιτισμικής αποσύνθεσης και παρακμής μετά την υποτιθέμενη «πτώση» (γεωργία) από τον παράδεισο. Έτσι ο Kropotkin αν και τόνιζε τη σημασία της τεχνολογίας και της επιστήμης, για την αντιμετώπιση της άγνοιας και της υλικής ένδειας, επίσης αναγνώρισε τις πολλές οπισθοδρομικές πτυχές της ανθρώπινης ιστορίας – την γέννηση των ιεραρχικών σχέσεων και της κρατικής εξουσίας ιδιαίτερα. Έτσι ο Kropotkin πίστευε πως σε ολόκληρη την ανθρώπινη υπήρχαν πάντοτε «δύο τάσεις». Μια κληρονομιά ελέγχου και κυριαρχίας που εκφράζονταν από σαμάνους, προφήτες, ιερείς και κυβερνήσεις, και μια κληρονομιά ελευθερίας και αγώνα που εκφράζεται όχι μόνο στην δημιουργική δύναμη των ίδιων των ανθρώπων στην δημιουργία κοινωνικών θεσμών και εθελοντικών συνεργασιών, αλλά στον αγώνα των ανθρώπων σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία για χειραφέτηση και αυτονομία.
Καθώς πλέον οι δεξιοί νεοφιλελεύθεροι αρχίζουν να υπερασπίζονται την παράδοση του Διαφωτισμού, για να αντιμετωπίσουν δήθεν τον ισλαμικό φονταμενταλισμό στη «σύγκρουση των πολιτισμών», επιβάλλεται στους αναρχικούς να ακολουθήσουν τον Foucault στην απόρριψη της όλης ιδέας του να είναι υπέρ ή κατά του Διαφωτισμού. Αρνούμενοι έτσι να υποκύψουν σε ένα είδος «εκβιασμού» – όπως το χαρακτήρισε ο Foucault.
Η κληρονομιά του Διαφωτισμού είναι μια αμφίσημη κληρονομιά, όπως αναγνώρισε ο Kropotkin πολύ πριν (για μια ριζοσπαστική υπεράσπιση του Διαφωτισμού βλέπε Bronner, 2004). Το να αναλύεις τον Kropotkin ως «ορθολογιστή» του Διαφωτισμού, σαν να ήταν ένα είδος ακαδημαϊκής απόκλισης, είναι λοιπόν άχρηστό και προκαλεί σύγχυση.
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Μια τελευταία κριτική που ασκείται προς την προηγούμενη γενιά αναρχικών της ταξικής πάλης, όπως ο Kropotkin, όπως και σε σύγχρονους αναρχικούς όπως ο Murray Bookchin και το Black Bloc, είναι πως είναι ιδεολόγοι. Ανακυκλώνοντας την παλιά νερόβραστη φιλελεύθερη ιδέα για το «τέλος της ιδεολογίας», και ισχυριζόμενοι πως οι «νέοι αναρχικοί» (όπως ο Stirner και ο Nietzsche) ήταν μη ιδεολόγοι, φιλελεύθεροι μελετητές όπως η Giorel Curran καταδικάζουν μια προηγούμενη γενιά αναρχικών ως ιδεολόγους. Παρουσιάζονται έτσι ως δογματικοί, σεχταριστές, θεωρητικοί – που ακολουθούν τυφλά την παράδοση, αυταρχικοί, πρωτοπόροι, επιθετικοί – αν όχι εντελώς βίαιοι, και φυσικά «ουσιοκράτες». Αντίθετα, οι «νέοι αναρχικοί» – ποιητικοί τρομοκράτες, αναρχοπριμιτιβιστές, αναρχοκαπιταλιστές, στιρνερικοί ατομικιστές, και μεταδομιστές αναρχικοί – περιγράφονται ως ανοιχτοί, μη βίαιοι, ανεκτικοί, ελαστικοί, και ποικιλόμορφοι, που ενδιαφέρονται με την μεθοδολογία και όχι την ιδεολογία, και πως εκφράζουν το «πνεύμα» του αναρχισμού, όχι κάποια τρομερή, περιπλανημένη αναρχική ιδεολογία. Όπως και άλλοι ακαδημαϊκοί όπως ο John Moore και η Ruth Kinna, η Curran εκφέρει μια μάλλον απλουστευτική, γραμμική, διπολική αντίληψη της αναρχικής ιστορίας, αν και η Curran παραδέχεται πως ίσως υπάρχει μια συνέχεια του «παλιού» και του «νέου» αναρχισμού.
Πρέπει να γίνουν τρεις επισημάνσεις όσον αφορά αυτή την επιζήμια ανάλυση.
Το πρώτο είναι πως δεν υπάρχει κάποια ακαδημαϊκή ή πολιτική θεωρία που να μην είναι ιδεολογική (χρησιμοποιώντας τον όρο «ιδεολογία» με μη μειωτική έννοια). Επειδή με όλες τις σκέψεις και πράξεις οι αναρχικοί και πολιτικοί ριζοσπάστες εκφράζουν μια ιδεολογία. Ο αυτόνομος μαρξισμός, ο αναρχοπριμιτιβισμός, ο στιρνερικός υπερατοσμισμός, ο μεταμοντέρνος αναρχισμός, και η ποιητική τρομοκρατία (οντολογική αναρχία!) είναι όλες ιδεολογίες, και οι ακόλουθοί τους είναι εξίσου ιδεολόγοι όπως κάθε κοινωνικός ή αναρχικός της ταξικής πάλης.
Φυσικά, οι παλιοί αναρχικοί μετείχαν στον αναρχισμό ως πολιτική ιδεολογία και κίνημα, είτε μουτουαλιστές (Proudhon), κολεκτιβιστές (Bakunin), αναρχοσυνδικαλιστές (Rocker), και αναρχοκομμουνιστές (Kropotkin, Reclus, Goldman, Malatesta). Όλοι τους στοχάζονταν πάνω, υπερασπίζονταν και προωθούσαν τον (κοινωνικό) αναρχισμό ως πολιτική ιδεολογία ή παράδοση. Αντιμετωπίζονταν ως μια συνεχώς εξελισσόμενη παράδοση. Ο Krpotkin, για παράδειγμα, ήταν κριτικός απέναντι σε κάποιες πτυχές του αναρχισμού του Proudhon και του Bakunin, αλλά αντίθετα από σύγχρονους ακαδημαϊκούς ριζοσπάστες όπως οι Moore, Holloway, και Kinna, δεν τους ανακήρυσσε επιδεικτικά ως «απαρχαιωμένους», ανεφάρμοστους, ή «ξεπερασμένους».
Δεύτερον, θα ήταν δύσκολο να βρεθεί μεταξύ της προηγούμενης γενιάς αναρχικών (από τον Bakunin ως τον Landauer) οποιοσδήποτε που να είναι πιο θεωρητικός, πιο δογματικός, πιο σεχταριστικός ή πιο «ιδεολόγος» από τους αναρχοπριμιτιβιστές Bob Black και John Moore, με δεδομένη την καθολική τους απόρριψη κάθε πτυχής του πολιτισμού, και την εξίσου εχθρική απόρριψη του ελευθεριακού σοσιαλισμού, και κάθε μορφής εργατικής πάλης. Υπάρχει πράγματι μια αίσθηση με την οποία ο αναρχοπριμιτιβισμός μοιάζει με τα ατομικιστικά περιθώρια του αμερικάνικου δεξιού εξτρεμισμού.
Τρίτον, μη έχοντας κάποια πραγματική σύνδεση με τα κείμενα και τους πολιτικούς αγώνες των «παλιών» αναρχικών, η θέση της Curran τείνει προς τη καρικατούρα, καθώς αποδέχεται άκριτα όλες τις αρνητικές απόψεις των κατήγορων του αναρχισμού της ταξικής πάλης – είτε είναι φιλελεύθεροι ακαδημαϊκοί, υπερατομικιστές, ή μεταμοντερνιστές. Και έτσι κατηγορεί εσφαλμένα τους «παλιούς» αναρχικούς ως «ιδεολόγους», που στερούνται την κατάλληλη αναρχική νοοτροπία ή πως δεν διαθέτουν το «πνεύμα» του αναρχισμού. Δημιουργώντας μια απόλυτη διχοτόμηση μεταξύ του αναρχισμού ως πολιτικής παράδοσης, που είναι κοινή μεταξύ όλων των κοινωνικών αναρχικών, και το «πνεύμα» του αναρχισμού είναι απόλυτα εσφαλμένη. Και κατηγορώντας μια προηγούμενη γενιά αναρχικών, όπως ο Kropotkin, πως στερείται αυτό το «πνεύμα» είναι εντελώς αβάσιμο.
Αναρχικοί όπως ο Bakunin και ο Kropotkin – όπως όλοι οι ριζοσπάστες θεωρητικοί – ήταν πάντοτε ανοιχτοί σε νέες ιδέες, και απορροφούσαν κριτικά από ένα ευρύ φάσμα πηγών – φιλοσοφικών, πολιτιστικών, πολιτικών, επιστημονικών. Είχαν πολύ ευρύτερη γνώση από μερικούς από τους μεταμοντέρνους και φιλελεύθερους επικριτές τους, αλλά με το να είναι αναρχικοί και όχι πανεπιστημιακοί ακαδημαϊκοί, εξέφραζαν τις ιδέες τους όσο πιο ξεκάθαρα γίνονταν, στοχεύοντας στο να προσεγγίσουν και να προσελκύσουν το κοινό της εργατικής τάξης. Επίσης έδιναν στις ιδέες τους ένα βαθμό σαφήνειας αν και ούτε ο Bakunin, ο Kropotkin, ή ο Reclus προσπάθησαν να δημιουργήσουν κάποιο φιλοσοφικό σύστημα στα πρότυπα του Spinoza και του Hegel. Όλα αυτά είναι εντελώς αντίθετα με τους «νέους» αναρχικούς, που συγχαίρουν τους εαυτούς τους επειδή είναι σε θέση να διατηρούν μη συμβατές και αντιφατικές θέσεις – προωθώντας για παράδειγμα, τόσο τον πρωτόγονο κομουναλισμό όσο και τον στιρνερικό κτητικό ατομικισμό – όπως και εκφράζοντας τις ιδέες τους με την πιο αποκρυφιστική, ακαδημαϊκή αργκώ.
Ο Kropotkin όχι μόνο αγκάλιασε και ανέπτυξε τον (κοινωνικό) αναρχισμό ως πολιτική ιδεολογία, αλλά στη ζωή του και τις πρακτικές του εξέφρασε επίσης το «πνεύμα» του αναρχισμού – πέρα από μια λυπηρή οπισθοχώρηση στις αρχές του με το ξέσπασμα του 1ου ΠΠ. Ο Reclus επέδειξε το «πνεύμα» του αναρχισμού ακόμη περισσότερο.
Συμπεράσματα
Μπορούμε να καταλήξουμε πως υπάρχει ελάχιστη ουσία στην αποκαλούμενη μεταδομιστική κριτική ανάλυση του (κοινωνικού) αναρχισμού. Αυτή η οπτική βεβαιώνεται στην εξαιρετική μελέτη του Richard Day για τα αναρχικά ρεύματα στα πρόσφατα κοινωνικά κινήματα. ο Day αναγνωρίζει πως ο Kropotkin είχε διατυπώσει πολύ πριν μια συνεχή πάλη μεταξύ της λογικής της ηγεμονίας και της λογικής της συνάφειας (για παράδειγμα αναρχισμός)· πως τα κείμενα του πάνω στο κράτος «προοιωνίζουν» αυτά του Deleuze και του Guattari στο δεύτερο μέρος του Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια· και πως ο Kropotkin επιβεβαίωσε την δημιουργική δύναμη των «μαζών» όχι μόνο στην αντίσταση απέναντι στην καταστολή αλλά στην δημιουργία νέων κοινωνικών θεσμών μέσω αμοιβαίας βοήθειας και εθελοντικής συνεργασίας. Σε ολόκληρη την ιστορία αυτή επιτυγχάνονταν με άμεση δράση, ή με αυτό που περιγράφει ο Day ως «δομική ανανέωση». Έτσι ο Day συμπεραίνει πως ο Kropotkin ήταν ο «πρώτος μετά-αναρχικός».
Ο Kropotkin, φυσικά, δεν ήταν οτιδήποτε «μετά». Η πρόταση του όμως δείχνει πως δεν υπάρχει τίποτα το ιδιαίτερα αυθεντικό στη πολιτική των μεταδομιστών. Πράγματι, ο Day αφήνει συνεχώς να εννοηθεί πως τόσο οι μεταδομιστές φιλόσοφοι (Deleuze, Foucault, Derrida) όσο και οι αυτόνομοι μαρξιστές (Hardt, Negri, Holloway) απλά οικειοποιήθηκαν και επανέλαβαν τις βασικές αρχές του κοινωνικού ή του αναρχισμού της ταξικής πάλης, προσφέροντας του μηδαμινή αναγνώριση. Όπως είπε ψευτοδιακριτικά: «Οι Deleuze, Foucault ή ο Derrida μάλλον οφείλουν να αναγνωρίσουν ότι χρωστάνε κάτι στην αναρχική παράδοση». Το βιβλίο αυτόνομου μαρξισμού Ας αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία του John Holloway απλά δείχνει μια άρνηση να αναγνωριστεί η ύπαρξη του αναρχισμού ή μια μάλλον επιζήμια άγνοια αυτής της πολιτικής παράδοσης. Γιατί οι αναρχικοί μιλούσαν για μια εναλλακτική στην φιλελεύθερη μεταρρύθμιση και στο μαρξιστικό επαναστατικό κόμμα και το εργατικό κράτος για περισσότερο από ένα αιώνα. Πράγματι, από την εποχή του William Godwin, που πρώτος μίλησε για μια κομμουνιστική κοινωνία δίχως κυβέρνηση.
Η «λογική της συνάφειας», της «δομικής ανανέωσης», «αλλαγής του κόσμου δίχως την κατάληψη της εξουσίας» – αυτά απλά περιγράφουν τις ριζοσπαστικές πρακτικές που από παλιά προωθούνταν από τους κοινωνικούς ή αναρχικούς της ταξικής πάλης, πρακτικές που μόλις τώρα ανακάλυψαν ξανά οι μεταμοντερνιστές.