Στις 25 Αυγούστου το 1918 πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα της Ρωσίας το Πρώτο Πανρωσικό Συνέδριο Αναρχοσυνδικαλιστών. Παρότι το αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα καθυστέρησε να σχηματίσει μια οργάνωση εθνικής εμβέλειας, θα προσπαθούσε να σχηματίσει μια συνεκτική ομοσπονδία. Εντός της Ρωσίας οι συνδικαλιστές θα ασκούσαν μεγαλύτερη επιρροή από άλλες αναρχικές τάσεις, εάν εξαιρέσουμε τη Nabat στην Ουκρανία.
Οι Ρώσοι αναρχοσυνδικαλιστές εστίαζαν τις δυνάμεις τους στο βιομηχανικό προλεταριάτο, στην πρακτική της άμεσης δράσης και στην ανεξαρτησία του εργατικού κινήματος από τα πολιτικά κόμματα. Αν και οι αναρχοσυνδικαλιστές είχαν επιρροή στην εξέγερση του 1905, το ξέσπασμα της ρωσικής επανάστασης του 1917 τους βρήκε σε μεγάλο βαθμό απροετοίμαστους. Είχαν αποτύχει να συγκροτήσουν μια οργάνωση στο μέγιστο των πολιτικών τους δυνατοτήτων, η οποία θα μπορούσε να ενισχύσει την επιρροή τους στην εργατική τάξη, προτιμώντας να βασίζονται στην προπαγάνδα και μόνο.
Πολλοί αναρχοσυνδικαλιστές έδρασαν μαζί με τους Μπολσεβίκους κατά τη διάρκεια της ανταρσίας του Οκτώβρη, ενώ αρκετοί εξέχοντες αναρχικοί ήταν μέλη της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής στο Πετρογκράντ κατά την έφοδο στα Χειμερινά Ανάκτωρα. Οι συνδικαλιστές υποστήριζαν την ύπαρξη των Σοβιέτ ως εργατικών οργάνων που θα οδηγούσαν «από την κυβέρνηση των ανθρώπων, στην διαχείριση των πραγμάτων», αλλά σύντομα η ιδέα αυτή θα συνετριβότανε, υπό την διαπίστωση ότι θα έμοιαζαν περισσότερο με κοινοβούλια για τα σοσιαλιστικά κόμματα.
Tο αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα στη Ρωσία αρχικά συσπειρώθηκε για να υπερασπιστεί τα Σοβιέτ υπό την απειλή της αντεπανάστασης. Καθώς όμως μετατρεπόντουσαν σε εντολοδόχα όργανα της μπολσεβίκικη γραφειοκρατία, οι συνδικαλιστές στραφήκανε στις Εργοστατικές Επιτροπές, ως μια νέα προοπτική εργατικής δημοκρατίας. Ήλπιζαν ότι με τον άμεσο εργατικό έλεγχο στους χώρους δουλειάς, θα μπορούσε να αναδυθεί μια εναλλακτική λύση έναντι των Σοβιετικών. Tαχθήκανε με εκείνο το συγκεντρωτισμό που βασίζεται στο φεντεραλισμό, έναντι ενός στρατιωτικού συγκεντρωτισμού που είναι υποταγμένος στο κόμμα.
Έχει ενδιαφέρον ότι η λύση που πρότειναν στο ζήτημα της γης ήταν ο κατακερματισμός όλων των μεγάλων κτημάτων, η αναδιανομή της γης στους φτωχούς αγρότες σε ξεχωριστά χωράφια (καταργώντας έτσι την τάξη των κουλάκων) και η αποφυγή της κρατικής ιδιοκτησίας (την οποία θεωρούσαν ως μια άλλη μορφή μονοπωλιακού κρατικού καπιταλισμού). Δεδομένης της δυσμενούς θέσης του Ρώσου αγρότη, ήταν καθήκον τους να συνεχίσουν να ενθαρρύνουν την εθελούσια κολεκτιβοποίηση, αποφεύγοντας έτσι την εξέγερση της αγροτιάς ενάντια στις πόλεις. Αυτά τα σημεία υιοθετήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την Συνομοσπονδία Ελεύθερων Ουκρανικών Σοβιέτ στην απελευθερωμένη επικράτεια. Μέχρι την εποχή της ισπανικής επανάστασης, οι συνδικαλιστές στην Ισπανία είχαν διδαχθεί από το Ρωσικό παράδειγμα ότι θα πρέπει να συγκροτηθεί μια ενεργή συμμαχία μεταξύ της αγροτιάς και της εργατικής τάξης των αστικών κέντρων.
Οι Αναρχοσυνδικαλιστές κινούνταν συχνά πίσω από τα ιδρυθέντα αποσπάσματα του Κόκκινου Στρατού, ομάδων ένοπλων εργατών που περιφρουρούσαν εργοστάσια και χώρους εργασίας που ήταν υπό τον έλεγχο της εργατικής τάξης. Δημοσίευσαν μια εφημερίδα, ονόματι «Golos Truda», που είχε για έδρα τη Μόσχα. Η εφημερίδα απαγορεύτηκε από τους Μπολσεβίκους τον Αύγουστο του 1918 και αντικαταστάθηκε από την παράνομη εφημερίδα «Volny Golos Truda» (Η Ελεύθερη Φωνή της Εργασίας). Αυτό θα διαρκέσει μέχρι τον Μάρτιο του 1921, όταν ο Λένιν θα κηρήξει τον πόλεμο σε όλα τα «μικροαστικά» στοιχεία και θα καταστείλει αυτήν την εφημερίδα των εργατών στα εργοστάσια. Το αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα θα πάψει να υφίσταται τελικά, υπό τον Στάλιν το 1929.
Πηγή: Red and Black Notes