Το δίκοπο μαχαίρι των μεταρρυθμίσεων | Η περίπτωση του Εργατικού Συνδέσμου
Από τις Μελέτες Χειραφέτησης/ Ελλάδα 1830 – 1918, του Νίκου Πελεκούδα
Η αντίθετη παγίδα από αυτήν της υποτίμηση των χειραφετητικών προσπαθειών, μετ΄ επαίνων πάντα, παγίδα στην οποία υποπίπτει σε πολλές περιπτώσεις και η κλασσική αριστερή ιστοριογραφία, είναι η εξιδανίκευση όλων των προσπαθειών. Ως αυθεντικών, ρομαντικών, ή χωρίς τις αντιθέσεις που διαχώρισαν τους αγωνιστές όπως σε άλλες χώρες της Ευρώπης την ίδια περίοδο. Ό,τι έγινε, τελικά καλώς έγινε (και ενδεχομένως μόνο αυτό θα μπορούσε να γίνει με βάση και τις δυο αντιμετωπίσεις του ζητήματος).
Αυτό που θέλουμε να θίξουμε εδώ είναι πως υπάρχουν δυνάμεις μέσα στο εργατικό και σοσιαλιστικό κίνημα της περιόδου με την τάση της ενσωμάτωσης παρούσα, όπως συμβαίνει σε όλες τις «εποχές» του εργατικού κινήματος παγκόσμια. Άλλωστε μιλάμε για μια ιστορική περίοδο στην Ελλάδα, η οποία έχει ως μεγάλο ζητούμενο την κατοχύρωση γενικών νομοθετικών ρυθμίσεων υπέρ των εργαζομένων (πάγιο και προφανές αίτημα των εργατικών αγώνων), άρα η κατεύθυνση και η στρατηγική που θα διαφαίνεται στις διεκδικήσεις έχει μεγάλη σημασία. Και από αυτή την άποψη έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πως εργατικές προσπάθειες έσβησαν ή μετεξελίχθηκαν εξαιτίας όχι της ευθείας κρατικής επίθεσης, αλλά από το δίκοπο μαχαίρι των μεταρρυθμίσεων, όταν δηλαδή η παραχώρηση μεταρρυθμίσεων στομώνει τη μαχητική ικανότητα. Ένα πολύ καλό παράδειγμα είναι ο Εργατικός Σύνδεσμος και η εκπροσώπηση του από το Γιώργο Μουρίκη.
Η ιδιομορφία του όμως βρίσκεται στο γεγονός πως αυτό το αλληλοβοηθητικό συλλογικό εγχείρημα θα διεκδικούσε και την εκλογή βουλευτών «αντιπροσώπων των εργατών» με στόχο «να μεριμνήση δια την τύχην των».
Αυτός ο ιδιαίτερος συνδυασμός πολιτικών χαρακτηριστικών θα έλξει μεγάλες μορφές της Πάτρας όπως ο Γούναρης, ο οποίος θα έρθει σε επικοινωνία με το Σύνδεσμο για να τον βοηθήσει επειδή ο ίδιος αντιλαμβανόταν τη σημασία των κεντρικών νομοθετικών ρυθμίσεων από το κράτος. Αυτό είναι άλλωστε και το ιστορικά προοδευτικό στοιχείο του. Όμως όχι ως αποτέλεσμα πιέσεων και κοινωνικών συγκρούσεων. Σε αυτή την κατεύθυνση θα κινηθεί και ένας άλλος νομομαθής και εκ των βασικών του συντελεστών, ο Γιώργος Μουρίκης.
Αυτές τις προθέσεις του Εργατικού Συνδέσμου, που αναφέραμε στην αρχή, θα τις «μεταφράσει» 6 χρόνια αργότερα, το 1906 στην επιστολή που θα στείλει στην Ελληνική Εργατική Ένωση το 1906 ως εξής:
Με τίτλο «Η νομοθετική προστασία των εργατών» η επιστολή ανάμεσα σε άλλα περιέχει και το ότι «Και ταύτα μεν όσον αφορά τα γενικά σημεία της προδιαθέσεως «της προτάσεως νόμου περί προστασίας των εργατών εν Ελλάδι», ήτις προστασία να σημειωθή ότι ΔΕΝ πρέπει να υψωθή μέχρι του σημείου ώστε να υποτεθή ότι θέλη καταστή επίφοβος εις την δημόσιαν τάξιν εν Ελλάδι». Ενώ όλη η επιστολή χαρακτηρίζεται από ένα γνήσιο σοσιαλδημοκρατικό περιεχόμενο δευτεροδιεθνιστικής αναφοράς.
Αυτά τα παραδείγματα μας βοηθούν καλύτερα να αντιληφθούμε πως το εργατικό κίνημα και σε αυτή την περίοδο της προσπάθειας να σταθεί στα πόδια του, δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο την κρατική βία αλλά και τις περισσότερο συναινετικές πολιτικές αντιλήψεις.
Στην αντίληψη του Γούναρη και του Μουρίκη το Κράτος πρέπει να παρέμβει για τη νομοθετική προστασία των εργαζομένων. Στο γύρισμα του αιώνα η αστική Ελλάδα έχει ανάγκη νέων ισορροπιών. Άλλωστε το ίδιο το εργατικό κίνημα έχει πίσω του ιστορία αιματηρών αγώνων που είναι αδύνατο να αγνοηθούν.
Αποτέλεσμα λίγο αργότερα θα είναι η ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Πάτρας, και η όξυνση των εργατικών αγώνων. Η αυταπάτη της συγκράτησης του εργατικού κινήματος μέσα από τις νομοθετικές ρυθμίσεις δε θα διαμορφώσει, και πώς θα γινόταν άλλωστε, ένα τοπίο αποκλειστικά ταξικής συνεργασίας και κοινωνικής ειρήνης.