«Αν δεν μπορώ να χορέψω…» | Για την Έμμα Γκόλντμαν
Μια μέρα σαν κι αυτή, την 27η Ιουνίου του 1869, γεννήθηκε στο Κάουνας της σημερινής Λιθουανίας (τότε Ρωσική Αυτοκρατορία) μια από τις πιο επιδραστικές θεωρητικούς και προπαγανδίστριες του αναρχικού κινήματος, η Έμμα Γκόλντμαν.
Γεννημένη σε Εβραϊκή μικροαστική οικογένεια, ήταν ακόμη παιδί όταν ξεκίνησαν μαζικές διώξεις, εν μέσω του κατασταλτικού κλίματος και της αυστηροποίησης του Τσαρικού καθεστώτος, μετά την δολοφονία του Αλέξανδρου Β’ από την επαναστατική ποπουλιστική οργάνωση Ναρόντναγια Βόλια. Η Γκόλντμαν αναγκάστηκε να δουλέψει από την προ-εφηβική της ηλικία σε εργοστάσια στην Αγ. Πετρούπολη, όπου είχε μετακομίσει η οικογένειά της. Εκεί ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τις ριζοσπαστικές ιδέες, που είχαν ήδη παρεισφρήσει στο νεογέννητο προλεταριάτο της Ρωσίας. Λίγα χρόνια αργότερα, έφηβη ακόμη, μετακομίζει με την αδερφή της στις Η.Π.Α., στην πόλη Ρότσεστερ, για να δουλέψει και πάλι στα εργοστάσια, ενώ τα γεγονότα του Χέιμαρκετ την εισάγουν στον αναρχισμό. Παντρεύτηκε αρχικά έναν συνάδελφό της από το εργοστάσιο, αλλά πολύ γρήγορα τα παράτησε όλα και μετακόμισε στην Νέα Υόρκη, για να είναι μεταξύ άλλων κοντά τις πολιτικές εξελίξεις και την οργανωμένη ταξική πάλη. Εκεί γνώρισε τον έρωτα της ζωής της και ταυτόχρονα τον καλύτερό της σύντροφο, τον αναρχικό προπαγανδιστή Αλεξάντερ Μπέρκμαν, με τον οποίο έμεινε μαζί για το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής της.
Η Γκόλντμαν πέρασε διάφορα χρονικά διαστήματα στην φυλακή, λόγω της ενεργού και ηγετικής συμμετοχής της στο αναρχικό και το εργατικό κίνημα των ΗΠΑ, ενώ θεωρήθηκε νούμερο ένα δημόσιος κίνδυνος για το Αμερικανικό κράτος, το οποίο προσπάθησε να την εμπλέξει σε διάφορες συνωμοσίες, όπως η δολοφονία του προέδρου ΜακΚίνλεϋ. Επιπλέον, μέσα από τα γραπτά, αλλά και τον τρόπο ζωής της, έγινε σύμβολο και για το ριζοσπαστικό φεμινιστικό κίνημα της εποχής. Ίδρυσε το κοινωνικό-πολιτικό έντυπο “Mother Earth”, ώστε ο λόγος της και οι ελευθεριακές ιδέες να έχουν πρόσβαση σε μεγαλύτερο κοινό.
Η Γκόλντμαν επισκέφτηκε μαζί με τον σύντροφό της την Ρωσία, λίγα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, αρχικά ενθουσιασμένη, αλλά πολύ γρήγορα απογοητεύτηκε με την απολυταρχική φύση του καθεστώτος των Μπολσεβίκων, ιδιαίτερα μετά την καταστολή της Εξέγερσης της Κρονστάνδης. Αυτή και ο Μπέρκμαν έγραψαν εκτεταμένα έργα για την εμπειρία τους αυτή, όπως το “Η απογοήτευσή μου στην Ρωσία”.
Αργότερα, κατά την Ισπανική Επανάσταση του 1936, η Γκόλντμαν βρέθηκε στην χώρα ως παρατηρήτρια και προπαγανδίστρια των αναρχικών, ενώ συνέθεσε και αρκετές μελέτες, οι οποίες υπάρχουν συγκεντρωμένες στο έργο “Οράματα στην Φωτιά”. Επίσης, συνέγραψε και τον επικήδειο λόγο του Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι “Ο Ντουρρούτι είναι Νεκρός, Κι όμως Ζωντανός”.
Περισσότερα για την ζωή της και την δράση της μπορείτε να διαβάσετε σε ΑΥΤΟ το άρθρο και πάλι στο alerta.gr.
«Αν δεν μπορώ να χορέψω, δεν είναι η δική μου Επανάσταση»
Η φύση και ο χαρακτήρας της Έμμα Γκόλντμαν συνδύαζαν την απόλυτη αφοσίωση στον αγώνα της εργατικής τάξης και τον σκοπό της Κοινωνικής Επανάστασης, με την ζωηράδα και την ενέργεια ενός ανθρώπου που ήθελε να χαρεί τις απολαύσεις της ζωής και το ίδιο επιθυμούσε και για ολόκληρη την ανθρωπότητα, αψηφώντας όλα τα κοινωνικά στερεότυπα, ειδικά εκείνα που αφορούσαν το φύλο της.
Η γνωστή φράση που της αποδίδεται, «Αν δεν μπορώ να χορέψω, δεν είναι η δική μου Επανάσταση», φαίνεται να έχει ως πηγή ένα χαρακτηριστικό περιστατικό:
«Στους χορούς ήμουν από τις πιο ακούραστες και χαρούμενες. Μια νύχτα, ένας ξάδερφος του Σάσα (σ.τ.μ., του Αλεξάντερ Μπέρκμαν), ένας νεαρός άνδρας, με πήρε στην άκρη. Με σοβαρό πρόσωπο, σαν να επρόκειτο να ανακοινώσει το θάνατο ενός αγαπητού συντρόφου, μου ψιθύρισε “Δεν αρμόζει σε έναν αγκιτάτορα να χορεύει. Σίγουρα όχι με τόσο απερίσκεπτη ξεγνοιασιά, πέρα όλων των άλλων. Δεν αρμόζει σε κάποιον που βρίσκεται καθ’οδόν στο να γίνει μια σημαντική δύναμη μέσα στο αναρχικό κίνημα“. Εξοργίστηκα από την προσβλητική παρέμβαση του νεαρού. Του είπα να κοιτάει τη δική του δουλειά. Είχα κουραστεί ο “Σκοπός” να με χτυπάει συνεχώς στο κεφάλι. Δεν πίστευα ότι ένας “Σκοπός” που αντιπροσώπευε ένα όμορφο ιδανικό, την αναρχία, την απελευθέρωση και την ελευθερία, ελευθερία από συμβάσεις και προκαταλήψεις, έπρεπε να απαιτεί την άρνηση της ζωής και της χαράς. Επέμεινα ότι ο “Σκοπός” μας δεν θα έπρεπε να περιμένει από μένα να γίνω καλόγρια και ότι το κίνημα δεν θα γίνει μοναστήρι. Αν αυτό σήμαινε, τότε εγώ δεν το ήθελα. Ήθελα ελευθερία, δικαίωμα έκφρασης, δικαίωμα όλων σε όμορφα και λαμπερά πράγματα. Ο αναρχισμός αυτό σήμαινε για μένα, και θα το ζούσα κόντρα σε όλα: φυλακές, διώξεις, τα πάντα. Ναι, ακόμα και παρά την καταδίκη των πιο στενών συντρόφων μου, θα ανταποκρινόμουν στο όμορφο ιδανικό μου.»