Οι εργατικοί αγώνες στο Καζακστάν πνίγονται μέσα στις ενδοκαπιταλιστικές συγκρούσεις
Στις αρχές Ιανουαρίου το Καζακστάν έγινε το έδαφος όπου πραγματοποιήθηκαν βίαιες διαδηλώσεις και ταραχές μετά την άρση των περιορισμών στην τιμή του φυσικού αερίου, ενός σημαντικού πόρου για την οικονομική ζωή της χώρας και την καθημερινή ζωή του πληθυσμού. Η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου προστέθηκε στην αύξηση της τιμής των τροφίμων και πολλών βασικών αγαθών, δημιουργώντας τεράστια οργή.
Μια εργατική τάξη που δέχεται επίθεση, αλλά είναι πολύ εύθραυστη
Αντιμέτωπη με αυτή τη σημαντική επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσής της, η εργατική τάξη βρέθηκε αρχικά στην πρώτη γραμμή. Σε πολλά βιομηχανικά, μεταλλευτικά κέντρα και κέντρα εργαζομένων στο φυσικό αέριο, ξέσπασαν απεργίες για τη διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς. Η κοινωνική αντίδραση εξαπλώθηκε σαν πυρκαγιά σε όλη τη χώρα, με μαζικές διαδηλώσεις που ήρθαν αμέσως αντιμέτωπες με τις δυνάμεις καταστολής, βλέποντας αρκετούς αστυνομικούς να αλλάζουν στρατόπεδο και να εντάσσονται στο πλευρό των διαδηλωτών.
Η πραγματικότητα της δυσαρέσκειας της εργατικής τάξης στο Καζακστάν δεν είναι καινούρια. Ήδη το 2011 στο Ζαναοζέν, μια περιοχή πλούσια σε πετρελαϊκούς πόρους, 14 εργάτες σκοτώθηκαν κατά την καταστολή μιας διαδήλωσης κατά τη διάρκεια μιας απεργίας ενάντια στις συνθήκες εργασίας και τους χαμηλούς μισθούς. Στη συνέχεια το κίνημα επεκτάθηκε στη μεγάλη πόλη Ακτάου, στην Κασπία Θάλασσα, πριν εξαπλωθεί στην υπόλοιπη χώρα.
Τις τελευταίες εβδομάδες η καταστολή ήταν ακόμη πιο άγρια. Δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, διαδηλωτές έχουν πυροβοληθεί από τις δυνάμεις κρατικής καταστολής. Η κυβέρνηση του Καζακστάν, με επικεφαλής τον πρόεδρο Τοκάγιεφ, δεν ήταν πολύ επιφυλακτική στο να καλέσει τον ρωσικό στρατό, για να καταστείλει την “τρομοκρατική” εξέγερση (χαρακτηρισμός που απέδωσε η ίδια η κυβέρνηση του Καζακστάν στην εξέγερση και στο εξεγερμένο πλήθος), ανακοινώνοντας ανοιχτά ότι “έδωσε εντολή να πυροβολήσουν, για να σκοτώσουν χωρίς προειδοποίηση”.
Οι εργαζόμενοι είναι επομένως παρόντες σε αυτή την επιδεινούμενη κοινωνική κατάσταση. Αλλά μπόρεσαν, σε αυτή την αντιπαράθεση με τις αρχές, να αναπτύξουν τον αγώνα τους σε ένα πραγματικό ταξικό έδαφος, ως αυτόνομη δύναμη; Είναι η βία στους δρόμους η έκφραση του αγώνα της εργατικής τάξης ή αυτή μιας λαϊκής βίας, μιας γενικής δυσαρέσκειας του πληθυσμού, στην οποία ο ρόλος της εργατικής τάξης έχει εξασθενίσει;
Πολύ γρήγορα τα αρχικά αιτήματα κατά του πληθωρισμού εκτράπηκαν σε αστικοδημοκρατικά αιτήματα κατά της διαφθοράς, κατά του καθεστώτος στην εξουσία, με ταραχές κατά του Τοκάγιεφ να εκδηλώνονται στις περισσότερες μεγάλες πόλεις της χώρας. Αυτή η λαϊκή εξέγερση, στην οποία οι εργαζόμενοι αναμείχθηκαν με τη μικροαστική τάξη (επιχειρήσεις που ασφυκτιούν από τον πληθωρισμό, αυτοαπασχολούμενοι κατά του Τοκάγιεφ κ.λπ.), χρησιμοποιήθηκε πολύ εύκολα ως μια σύγκρουση μεταξύ αντιμαχόμενων αστικών παρατάξεων του Καζακστάν. Με άλλα λόγια, χρησιμοποιήθηκε από τη φατρία γύρω από τον πρώην πρόεδρο Ναζαρμπάγεφ.
Παρά τις πολύ πραγματικές εργατικές απεργίες, το προλεταριάτο αυτής της χώρας δεν έχει καμία σημαντική εμπειρία αυτόνομου αγώνα. Υπόκειται μόνιμα σε μια δικτατορική σιδερένια γροθιά και σε ισχυρές αστικοδημοκρατικές, εθνικιστικές και μερικές φορές θρησκευτικές ψευδαισθήσεις. Εύκολα έχει επιτρέψει να συρθεί σε ένα αστικό έδαφος όπου δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα δικά του ταξικά συμφέροντα, τα δικά του αιτήματα, όπου μπορεί μόνο να πνιγεί, να χρησιμοποιηθεί, να υποταχθεί σε αστικά συμφέροντα που του είναι εντελώς ξένα.
Οι αστικοί ανταγωνισμοί στην καρδιά του χάους
Στο Καζακστάν η καταγγελία των αρχών για διεθνείς “τρομοκράτες” ή “ληστές” έτοιμους να διαπράξουν κάθε είδους πράξεις βίας κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων δεν έκρυψε τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς που μαίνονται στους κόλπους της αστικής τάξης. Το προλεταριάτο πληρώνει ακόμα και σήμερα με το αίμα του αυτούς τους ανταγωνισμούς. Ο πρώην πρόεδρος Ναζαρμπάγεφ, ο οποίος παραιτήθηκε το 2019, αλλά εξακολουθούσε να διατηρεί αποτελεσματικά τον έλεγχο, ιδίως των κατασταλτικών του δυνάμεων, όπως η Επιτροπή Εθνικής Ασφάλειας (ΕΣΑ), χρησιμοποίησε και χειραγώγησε σαφώς τις διαδηλώσεις, για να αντιδράσει στις φιλοδοξίες του νέου προέδρου Τοκάγιεφ, ο οποίος θέλει να αυξήσει την επιρροή του στη χώρα και να χειραφετηθεί από τη φατρία Ναζαρμπάγεφ, που τον είχε εγκαταστήσει στην εξουσία.
Ο Ναζαρμπάγεφ κινητοποίησε τους υποστηρικτές του στην αστυνομία και τον στρατό, τον “ιδιωτικό του στρατό”, για να υπονομεύσει την εξουσία του Τοκάγεφ. Με αυτόν τον τρόπο δόθηκε εντολή στους αστυνομικούς να επιτρέψουν την ανάπτυξη χάους, σε σημείο που ορισμένοι από αυτούς να ενταχθούν ακόμη και στις τάξεις των διαδηλωτών σε μια προσπάθεια να αποδυναμώσουν το αντίπαλο στρατόπεδο, γεγονός που εξηγεί και τις επιθέσεις σε κυβερνητικά κτήρια ή στο αεροδρόμιο του Αλμάτι. Η κλίκα του προέδρου Τοκάγιεφ αντέδρασε προφανώς. Ο διευθυντής του NSC απολύθηκε, συνελήφθη και φυλακίστηκε, ενώ ο Καρίμ Μασίμοφ, ο οποίος ήταν πολύ κοντά στον Ναζαρμπάγεφ, πρώην πρωθυπουργός και πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών, συνελήφθη ως ύποπτος για εσχάτη προδοσία. Αυτή είναι η σαφής επιβεβαίωση μιας εσωτερικής μάχης στους κόλπους της αστικής τάξης, όπου επιτρέπονται όλα τα τεχνάσματα, όπου οι εργαζόμενοι χρησιμεύουν ως τροφή για τα κανόνια των αντίπαλων κλικών.
Συγκεκριμένα, απέχουμε πολύ από μια κατάσταση όπου οι δυνάμεις της κρατικής και καπιταλιστικής καταστολής να είναι έτοιμες να καταρρεύσουν, ανοίγοντας το δρόμο στο προλεταριάτο, για να ανατρέψει το αστικό κράτος! Αντίθετα, δεν πρόκειται για τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από τις φιλοδοξίες της μιας αστικής παράταξης ενάντια στην άλλη! Σήμερα, ακόμα και αν η φατρία Τοκάγιεφ κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχο της κατάστασης πάνω σε ένα σωρό πτώματα, εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες, χιλιάδες τραυματίες και πολλαπλές συλλήψεις, τίποτα δεν έχει διευθετηθεί ουσιαστικά, ούτε στο Καζακστάν, ούτε σε ολόκληρη την περιοχή όπου οι ιμπεριαλιστικές εντάσεις είναι πολλαπλές και αυξάνονται.
Η κατάσταση στο Καζακστάν παραμένει ένα ιμπεριαλιστικό ζήτημα
Σε αυτή την κατάσταση πολιτικής αποσύνθεσης ο Τοκάγιεφ δεν είχε άλλη επιλογή από το να ζητήσει βοήθεια από το εξωτερικό, ιδιαίτερα από τον Οργανισμό του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO)[1], μια κάλυψη του ρωσικού ιμπεριαλισμού, ο οποίος στοχεύει στην ανανέωση της προηγούμενης κυριαρχίας του και ο οποίος αντέδρασε άμεσα στέλνοντας εξοπλισμό και ένα απόσπασμα 3.000 ανδρών, για να υποστηρίξει την καταστολή της εξέγερσης. Η CSTO, από την πλευρά της, έστειλε μόνο 100 άνδρες, ως αποτέλεσμα της έκφρασης δυσπιστίας των άλλων κρατών απέναντι σε αυτή τη “συνεργασία” με τη Μόσχα. Με την άμεση επέμβαση, και μάλιστα κατόπιν αιτήματος του Τοκάγιεφ, ο ρωσικός ιμπεριαλισμός δεν κρύβει τη βούλησή του να υπερασπιστεί την επιρροή του στις περιοχές που ανήκαν στην ΕΣΣΔ, ενώ μετά την πτώση της ΕΣΣΔ οι περισσότερες από αυτές τις ζώνες, όπως στο Καζακστάν, αποτελούν αντικείμενο μιας “στρατηγικής εταιρικής σχέσης” με τις ΗΠΑ. Επίσης, τις εποφθαλμιά έντονα η Τουρκία (μέλος του ΝΑΤΟ) και κυρίως, πιο πρόσφατα, η Κίνα.
Η Κίνα χαιρέτισε αυτήν την καταστολή και την αποκατάσταση της καθεστηκυίας τάξης στο Καζακστάν! Το Πεκίνο χρειάζεται το καθεστώς του Καζακστάν ως έναν σημαντικό κρίκο στο διεθνές επενδυτικό του πρόγραμμα στο “Νέο Δρόμο του Μεταξιού”. Ως εκ τούτου, χρειάζεται κοινωνική ηρεμία, ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι προς το παρόν βρίσκεται στο ίδιο μήκος κύματος με τη Μόσχα. Το Πεκίνο χρειάζεται, επίσης, την υποστήριξη του καθεστώτος του Καζακστάν, τουλάχιστον σιωπηρά, για την κατασταλτική πολιτική του απέναντι στους μουσουλμάνους Ουιγούρους της Σιντζιάνγκ.
Όσο για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τις ΗΠΑ, που υποτίθεται ότι “είναι πολύ πληγωμένες από το γεγονός ότι υπήρξαν τόσα πολλά θύματα”, η καθεμιά τους ζητά μια “ειρηνική επίλυση” αυτής της κρίσης, καταδικάζοντας τη βία με συμβολικό και υποκριτικό τρόπο. Ο λόγος για τον οποίο οι μεγάλες “δημοκρατικές” δυνάμεις αντιδρούν τόσο πλατωνικά είναι ότι το Καζακστάν δε φαίνεται να αποτελεί πρωταρχικό στόχο των ιμπεριαλιστικών φιλοδοξιών των ΗΠΑ. Επιπλέον, στο εσωτερικό της ΕΕ υπάρχουν μεγάλες διαιρέσεις σχετικά με τη στάση που πρέπει να υιοθετηθεί απέναντι στη Ρωσία.
Τελικά, τα αντίπαλα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα βρίσκονται στο DNA αυτού του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος. Τα συμφέροντα αυτά αποτελούν προτεραιότητα για όλους αυτούς τους βάρβαρους καρχαρίες, οι οποίοι ετοιμάζουν τα όπλα τους για τα επόμενα επεισόδια αντιπαράθεσης. Όλοι έχουν το μερίδιο της ευθύνης τους για τις σφαγές και είναι άμεσα η κύρια πηγή του συνεχιζόμενου χάους.
Η εργατική τάξη δεν έχει τίποτα να κερδίσει από τη σύγκρουση μεταξύ των αστικών συμμοριών
Αν η εργατική τάξη στο Καζακστάν προσπάθησε να εκφράσει την οργή της, λόγω της αδυναμίας της συνείδησής της, της έλλειψης εμπειρίας της, δεν μπόρεσε να αντισταθεί, πόσο μάλλον να αποτελέσει εμπόδιο στους αγώνες για επιρροή και στις αντιπαραθέσεις μεταξύ των αντίπαλων παρατάξεων στο εσωτερικό της αστικής τάξης του Καζακστάν, καθώς και στους ανταγωνισμούς μεταξύ όλων των ιμπεριαλιστικών καρχαριών, είτε πρόκειται για Ρώσους, Τούρκους, Κινέζους, Ευρωπαίους ή Αμερικανούς. Παρά την άγρια καταστολή και την αιματοχυσία, η οργή των εργαζομένων προφανώς δεν έχει εξαφανιστεί και νέα επεισόδια διαμαρτυρίας μπροστά στην κρίση και την καταστολή είναι αναμενόμενα.
Όμως στην παρούσα κατάσταση των πραγμάτων, παρά τα σημαντικά απεργιακά κινήματα, αυτές οι στιγμές άμεσης σύγκρουσης με τις δυνάμεις καταστολής δεν αποτελούν εφαλτήριο για την ανάπτυξη του αυτόνομου αγώνα και την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης. Αντιθέτως, η εργατική τάξη του Καζακστάν έχει να χάσει τα πάντα οδηγούμενη σε ένα τέτοιο τέλμα, όπου τα οικονομικά αιτήματά της αποστειρώνονται από τα αστικοδημοκρατικά και εθνικιστικά αιτήματα που χρησιμοποιούν οι αστικές παρατάξεις, οι οποίες είναι έτοιμες να κάνουν ό,τι είναι απαραίτητο, για να φροντίσουν τα συμφέροντά τους. Αυτές οι αστικοδημοκρατικές ψευδαισθήσεις είναι μια παγίδα που δεν πρόκειται να εξαφανιστεί, δεδομένου ότι οι δυνάμεις της εθνικής αντιπολίτευσης με “δημοκρατικό” προσωπείο βρίσκονται ακόμη σε διαδικασία συγκρότησης και αναζητούν ορατότητα και αξιοπιστία για το μέλλον, όπως συμβαίνει και στη Λευκορωσία.
Δυστυχώς, μόνο η εργατική τάξη του Καζακστάν είναι πολύ εκτεθειμένη και ευάλωτη σε αυτού του είδους τις ιδεολογικές πιέσεις. Ακόμα και αν δεν έχει τη δύναμη αυτήν τη στιγμή, το προλεταριάτο των κεντρικών χωρών, που έχει αποδεδειγμένη εμπειρία από τέτοιου είδους εθνικιστικές και αστικοδημοκρατικές μυστικοποιήσεις, μπορεί να δείξει το δρόμο προς τους εργαζόμενους που αγωνίζονται σε ένα έδαφος ευνοϊκό για την αμφισβήτηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και την απόρριψη συνθημάτων που δεν έχουν άλλη λογική από αυτή της διατήρησης της κυρίαρχης τάξης. Το μέλλον των εργατικών αγώνων, που αρχίζουν και πάλι να εμφανίζονται σε όλο τον κόσμο, εξαρτάται από τη ζωτική ώθηση της ταξικής πάλης στις κεντρικές χώρες.
Σημειώσεις:
- Αυτός ο συνασπισμός περιλαμβάνει τη Λευκορωσία, την Αρμενία, το Καζακστάν, το Τατζικιστάν, το Κιργιστάν και τη Ρωσία.
Πηγή: International Communist Current