Επ’αφορμής της κατάργησης της απαράδεκτης τηλεκατάρτισης από τον Βρούτση, τα καθεστωτικά ΜΜΕ βρήκαν την χρυσή ευκαιρία να συσκοτίσουν το θέμα και να το εκτρέψουν από την πραγματική του ουσία.
Διαβάσαμε πολλά αυτές τις τελευταίες μέρες. Κάποιες σκληροπυρηνικά δεξιές “απόψεις” εκθείαζαν την Κυβέρνηση και τον Βρούτση για το “θάρρος” που επέδειξε σταματώντας το πρόγραμμα, άλλες τόνιζαν το πόσο κοντά είναι ο υπουργός στην επιστημονική κοινότητα, αφού “εισάκουσε τους προβληματισμούς τους” σχετικά με τα ζητήματα που παρουσιάστηκαν. Στο πολιτικό κομμάτι, οι Συριζαϊκές ιστοσελίδες έκραζαν την κυβέρνηση και μιλούσαν για “Σκάνδαλο Σκοιλ Ελικικου και Μέτζη του Νέουκτη”, ενώ οι δεξιές έκραζαν τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς τα εν λόγω προγράμματα χρησιμοποιήθηκαν και από τον ίδιο προεκλογικά. Όλες τους όμως επικέντρωναν γύρω από το ίδιο ζήτημα: Την ανεπάρκεια της ίδιας της τηλεκατάρτισης.
Όσο γελοίο όμως και αν είναι το περιεχόμενο της τηλεκατάρτισης, όσο και αν αναδεικνύει την αΧριστεία μιας κυβέρνησης που υποτίθεται πως προωθεί την αριστεία, όσο επίσης αστείο κι αν είναι να διαμαρτύρεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που επιχείρησε να χτίσει εκλογική βάση και να επανεκλεγεί ως κυβέρνηση, επάνω στα επιδόματα από τέτοιου είδους κακοφτιαγμένα προγράμματα, εμείς θα επιμείνουμε σταθερά: Το σημαντικότερο πρόβλημα δεν ήταν ποτέ ούτε τα ορθογραφικά λάθη, ούτε τα google translate, ούτε οι εκφράσεις που δεν έβγαζαν νόημα μέσα στα προγράμματα. Το σημαντικότερο πρόβλημα ήταν η ίδια η διαδικασία του Voucher μέσω των ΚΕΚ.
Το έχουμε ξαναγράψει: Είδαμε αυτό το διάστημα μια κυβέρνηση που “ξέχασε” μια μεγάλη μερίδα εργαζομένων και τους άφησε εκτός του επιδόματος των 800 ευρώ, επειδή δήθεν ήταν “ελεύθεροι επαγγελματίες” και “επιστήμονες”. Άκουσε το κράξιμο και προσπάθησε δήθεν να “διορθώσει” το λάθος της, δημιουργώντας ένα οριζόντιο πρόγραμμα, με μικρότερη επιδότηση, συλλήβδην για όσους χαρακτηρίζονται ως “επιστήμονες” (όποιο κι αν είναι το…καρνέ τους). Στην συνέχεια, πλήρωσε αδρά για άλλη μια φορά τα ΚΕΚ, αυτή την μαύρη τρύπα στην οποία εξαφανίζεται ως δια μαγείας το δημόσιο χρήμα. Και τα ΚΕΚ απέδειξαν για άλλη μια φορά, με πιο εκκωφαντικό όμως τρόπο, την πικρή αλήθεια: Πως η ύπαρξή τους βασίζεται απλά και μόνο στο ρουσφέτι, στην υποβάθμιση της εκπαίδευσης και, εν τέλη, στην απελευθέρωση της ίδια της διαδικασίας της (δια βίου) μάθησης προς τον ιδιωτικό τομέα.
Γιατί, οκ το ξέρουμε, ιδιωτική παιδεία και παραπαιδεία υπάρχει δεκαετίες σε αυτή την χώρα: Τα φροντιστήρια, τα ΙΕΚ κλπ θησαυρίζουν σταθερά, ουσιαστικά παρέχοντας πτυχία επί πληρωμή, με αμφιβόλου αξίας διδακτικά περιεχόμενα. Το γεγονός όμως ότι το ίδιο το κράτος βασίζει δήθεν “εκπαιδευτικά προγράμματα” και μάλιστα εν μέσω πανδημίας και “κατάστασης εκτάκτου ανάγκης” σε αμφιβόλου προελεύσεων ιδιωτικούς οργανισμούς, αυτό είναι κάτι άλλο. Και έχει να κάνει με τις προϋποθέσεις του ΕΣΠΑ, του κύριου χρηματοδότη αυτών των προγραμμάτων. Και το ευρωπαϊκό χρήμα είναι ζεστό και “εξαφανίζεται” εύκολα ανάμεσα στους διαύλους των ρουσφετιών. Γι’ αυτό και η διαδικασία αυτή δεν έχει αμφισβητηθεί και δεν πρόκειται να αμφισβητηθεί ποτέ από κανένα αστικό κόμμα, καμία κυβέρνηση.
Το πραγματικό πρόβλημα λοιπόν στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν ήταν ποτέ ο αξιαγάπητος “Μέτζης του Νέουκτη” και το “σκοιλ ελικικου”. Όσο και αν το όλο θέμα επιχειρείται να παρουσιαστεί ως ένα μεγάλο αστείο. Το πραγματικό πρόβλημα ήταν η όλη διαδικασία του Voucher και των ΚΕΚ, ως ο τρόπος που επέλεξε η κυβέρνηση να καταλαγιάσει τις αντιδράσεις μερίδας των εργαζομένων επιστημόνων, ο τρόπος που αυτό εφαρμόστηκε (οριζόντια) και όλα τα παρελκόμενα και το ρουσφετοπαρασκήνιο πίσω από αυτή την επιλογή.
Γι’ αυτό είναι σημαντικό μεν που η αηδία αυτή σταμάτησε (χωρίς κάποια περαιτέρω επίπτωση για τους “ωφελούμενους”), είναι πιο κομβικό δε να συνεχίσουμε να αναδεικνύουμε τους πραγματικούς λόγους και τα πραγματικά προβλήματα πίσω από τις πολιτικές του κράτους και των εκάστοτε κυβερνήσεων.
Δε ήταν όλα δυστυχώς ένα (αστείο) λάθος. Ήταν η ίδια η ουσία της πολιτικής του κράτους και του καπιταλισμού/νεοφιλελευθερισμού.
Και αυτή δυστυχώς επιχειρείται πανταχόθεν να παραμείνει άθικτη.