Ένας εξαιρετικά κρίσιμος μήνας για το κίνημα
Μπροστά μας βρίσκεται ένας εξαιρετικά κρίσιμος, όσο και δύσκολος μήνας για το ευρύτερο ριζοσπαστικό και επαναστατικό κίνημα. Ένας μήνας κατά τον οποίο, πιθανότατα, η εξουσία θα δοκιμάσει να εφαρμόσει ακόμη πιο σκληρές κατασταλτικές μεθόδους, για να πνίξει τις φωνές όσων αντιστέκονται. Όσων αντιδρούν μαχητικά, όχι μόνο στην “παράλογη” (για εμάς, αλλά απόλυτα λογική για το κεφάλαιο) και εγκληματική διαχείριση της πανδημίας, αλλά και στο συνολικότερο σχέδιο που την συνοδεύει: Την νομοθέτηση και ψήφιση όσων αντιδραστικών και αντεργατικών πολιτικών θα προλάβει, μέχρι να επιστρέψουμε στην καπιταλιστική “κανονικότητα” της καθημερινότητας.
Είναι αλήθεια πως η παρούσα κατάσταση αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για το κεφάλαιο και το κράτος να “παίξουν χωρίς αντίπαλο” στο “ντέρμπι” του ταξικού πολέμου, με σύσσωμη την αντιπολίτευση εντός βουλής να αναλώνεται σε διαπροσωπικές βεντέτες, απόπειρες κεφαλαιοποίησης της όποια αποτυχίας, αλλά να δίνει ταυτόχρονα και διαπιστευτήρια “συνετής στάσης και υπευθυνότητας” απέναντι στην πανδημία, καθώς πιστεύει ότι ακόμη, μετά από τόσους μήνες, το θέμα της “προσωπικής ευθύνης” είναι αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τους καταπιεσμένους. Ακόμη και οι φωνές που ξεφεύγουν από το πλαίσιο τη ήπιας συγκρουσιακής συμπολίτευσης, όπως αυτή του ΚΚΕ π.χ., δεν έχουν να προτείνουν κάτι απτό για το σήμερα, πέραν της “υπομονής” και της “μελλοντικής λογοδοσίας”.
Η αλήθεια είναι πως σε αυτή την γραμμή κινηθήκαμε και οι ίδιοι ως κίνημα (δλδ ο αναρχικός χώρος) όσο αναμέναμε να δούμε τι ακριβώς μέλει γενέσθαι με την πανδημία. Και συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε πως η συλλογική υπευθυνότητα, την οποία εμείς προτάσσουμε, εμπεριέχει την ατομική, όχι όμως εξαναγκασμένη από τα πάνω και εν μέσω ενός κρατικού σχεδίου, που ως κύριο στόχο έχει την διάσωση όσο δυνατόν μεγαλύτερου κομματιού του κεφαλαίου και, γιατί όχι, την απόπειρα παντελούς απορρύθμισης της εργασίας προς όφελος των αφεντικών. Αυτά άλλωστε τα έχουμε ξαναγράψει.
Κάπου όμως μπαίνει μια κόκκινη γραμμή. Το κράτος, μια εβδομάδα πριν στην Θεσσαλονίκη αλλά και εχθές στην Πάτρα, έδειξε πως, το επόμενο διάστημα της καραντίνας, θα ξεκινήσει να εφαρμόζει την αντιστροφή του γνωστού αναρχικού συνθήματος: Όπου δεν φτάνει το ψέμα του δημοσιογράφου, φτάνει το γκλομπ του μπάτσου. Ο Χρυσοχοΐδης, με την αμήχανη έμμεση συναίνεση του Τσίπρα, απαγόρευσε πριν μερικές ημέρες τις φετινές πορείες για την επέτειο του Πολυτεχνείου, λες και μπόρεσε ποτέ κάποια άνωθεν απαγόρευση να αποτρέψει τους αγωνιστές απ’ το να βγουν στον δρόμο και να αποτίσουν φόρο τιμής στους νεκρούς τους.
Και η κόκκινη γραμμή μας πρέπει πλέον να μπει ξεκάθαρα. Όχι για το γεγονός ότι τα θύματα της καταστολής ήταν μέχρι τώρα αναρχικοί και στο άμεσο μέλλον ίσως να είμαστε και πάλι εμείς, μαζί με κάποια κομμάτια της αριστεράς. Αλλά επειδή, αν δεν μπορέσουμε εμείς, το δυνητικά πιο μαχητικό κομμάτι των καταπιεσμένων, να βγούμε στον δρόμο για να διεκδικήσουμε, τότε δεν θα το πράξει κανείς. Και σίγουρα δεν είμαστε διατεθειμένοι να αφήσουμε τον δρόμο σε περίεργους ακροδεξιούς ψεκασμένους, που θα ψάξουν να βρουν την ευκαιρία να νομιμοποιήσουν, μέσω της καταστολής, τα ανόητα και θρησκοληπτικά επιχειρήματά τους περί συνωμοσίας και μη ύπαρξης του ιού και της πανδημίας.
Ένας μήνας λοιπόν. Γιατί σε λιγότερες από δέκα μέρες έχουμε την επέτειο του Πολυτεχνείου, αλλά σκάρτες τρεις εβδομάδες αργότερα έρχεται και η 6η Δεκέμβρη. Το κράτος πιθανότατα δεν πρόκειται να μας βγάλει από την καραντίνα πριν την μεγαλύτερη αντικρατική “επέτειο” της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, την “επέτειο” της έναρξης της σημαντικότερης ίσως εξεγερσιακής και γενικευμένα αντιεξουσιαστικής περιόδου από την μεταπολίτευση. Οι λόγοι για να συνεχιστεί η καραντίνα και μετά το πέρας του Νοέμβρη θα βρεθούν. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι οποιεσδήποτε διαδηλώσεις, πιθανές συγκρούσεις κλπ την 17η Νοέμβρη, θα χρησιμοποιηθούν ως άλλοθι και ως εργαλείο προς αυτή την κατεύθυνση.
Το ξέρουμε καλά πως ο ιός ζει και βασιλεύει, θεριεύει ίσως κάθε μέρα, άνθρωποι κάθε ηλικίας, κυρίως της τάξης μας, νοσούν και πεθαίνουν. Δεν είναι ούτε γριπούλα, ούτε συνωμοσία, όπως διατείνονται διάφοροι από δεξιά κι αριστερά.
Όμως πλέον το ξέρουμε ακόμη καλύτερα πως η τάξη μας δεν θα σωθεί από κανένα κρατικό μηχανισμό. Τα νοσοκομεία που βουλιάζουν από τους ασθενείς, οι ΜΕΘ που δεν έγιναν ποτέ, τα αστικά και τα ΜΜΜ που είναι φίσκα στον κόσμο “επειδή δεν μπορούμε τώρα να επενδύσουμε σε παραπάνω οχήματα”, τα ανοιχτά σούπερ μάρκετ και τα ανοιχτόκλειστα σχολεία, μας το δείχνουν ξεκάθαρα αυτό.
Και πάνω σε αυτό τον πανδημιακό οργασμό, το βλέπουμε ήδη, τα αφεντικά θέλουν να οργιάσουν περαιτέρω, οικονομικά και κοινωνικά
Αν δεν βγούμε λοιπόν στον δρόμο εμείς, δεν θα βγει κανείς. Και αν δεν βγει κανείς, δυο θα είναι τα μόνα σίγουρα αποτελέσματα: Από την μια, η συνέχιση της εγκληματικής θανατοπολιτικής της διαχείρισης της πανδημίας από το κράτος και από την άλλη, η αντεργατική και αντικοινωνική χιονοστοιβάδα μέτρων υπέρ του κεφαλαίου. Χιονοστοιβάδα που ήδη ξεκίνησε, με την περαιτέρω διαγραφή εκατοντάδων εκατομμυρίων από το χρέος των τραπεζών, ενώ την ίδια στιγμή το προλεταριακό σπίτι βγαίνει στο σφυρί για λίγες χιλιάδες ευρώ.
Η κινητοποίησή μας όμως δεν πρέπει να είναι επετειακή και ξεκομμένη. Πρέπει να συνοδευτεί από παρεμβάσεις στους χώρους δουλειάς, κυρίως σε αυτούς που βάλλονται περισσότερο, από σκληρό συνδικαλισμό, από πίεση προς μια απεργιακή προοπτική. Ας ξεχάσουμε για λίγο τα “δευτερεύοντα” ζητήματα, όπως αυτά της αναψυχής και της διασκέδασης, ας επικεντρωθούμε στο επίδικο της περιόδου αυτής. Αυτός ο μήνας να μετατραπεί από μήνας καραντίνας σε μήνας οργάνωσης, συντονισμού και δράσης. (Το ότι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να τηρούμε τα μέτρα αυτοπροστασίας, αυτό πια το είπαμε όσες πολλές φορές που δεν πιστεύουμε πως χρειάζεται να το επαναλαμβάνουμε συνεχώς. Είναι αυτονόητο. Ή μάλλον, πρέπει να είναι.)
Την 17η Νοέμβρη λοιπόν, πρέπει να είμαστε εκεί που πάντα ήμασταν: Στους δρόμους. Μαζί με τους φοιτητές, τα συνδικάτα των εργαζομένων, μαζί με όλο το ριζοσπαστικό και επαναστατικό κίνημα.
Το ίδιο και την 6η Δεκέμβρη.
Γιατί αν δεν βγούμε εμείς, δεν θα βγει κανείς.